Η χριστιανική παράδοση θέλει την παπαρούνα να φυτρώνει κάτω από το σταυρό του Χριστού στο Γολγοθά και να δέχεται τις σταγόνες από το αίμα του Εσταυρωμένου ανάμεσα στα πέταλά της, σταγόνες που της χάρισαν το κατακόκκινο άλικο χρώμα της.
Τα παραπάνω είδη παπαρούνας είναι φυτά μονοετή, με βλαστό ύψους 20 – 50 εκ. συνήθως και φύλλα πτεροσχιδή και οδοντωτά. Έχει άνθη μεγάλα, κόκκινα στα περισσότερα είδη, με ποδίσκο μακρύ, ακόμα και καλλωπιστικές ποικιλίες με κατακόκκινα, πορφυρά, ρόδινα, σομόν, κίτρινα ή λευκά άνθη, ακόμα και καλλωπιστικά υβρίδια. Τα άνθη της βγαίνουν την άνοιξη από τις μασχάλες τον φύλλων, πάνω σε μακριούς, τριχωτούς ποδίσκους και στρέφονται προς τα κάτω, πριν ακόμα ανοίξουν. Όταν ανοίξουν, ορθώνονται. Έχουν δύο τριχωτά σέπαλα, τέσσερα βαθυκόκκινα, αστραφτερά πέταλα, με μαύρη τη βάση τους. Οι στήμονες είναι πολλοί, μικροί, μαύροι. Οι καρποί είναι ατρακτοειδείς κάψες, (λέγονται κωδίες) που με τρύπες,, κοντά στην κορυφή τους, απελευθερώνουν 8-10 σπόρους, με τους οποίους το φυτό πολλαπλασιάζεται.
Η παπαρούνα υπάρχει αυτοφυής σε χέρσα, ηλιόλουστα χωράφια, σε βοσκότοπους, σε παρυφές δρόμων, αλλά και σε καλλιεργημένους αγρούς, όπου θεωρείται ζιζάνιο. Προτιμά υγρά, συνεκτικά εδάφη. Τα φυτά που αυτοφύονται σε καλλιεργούμενους και χέρσους αγρούς, συλλέγονται όταν είναι νεαρά, από το τέλος του φθινοπώρου μέχρι την άνοιξη πριν ανθίσει, βράζονται και προσφέρονται ως σαλάτα, μόνα τους ή μαζί με άλλα χόρτα ή προσθέτονται σε χορτόπιτες, με άλλα μυρωδικά χόρτα, όπως καυκαλήθρες και μυρώνια. Στην αρχαιότητα οι σπόροι της χρησιμοποιούνταν στην παρασκευή ψωμιών τους «μακωνίδες άρτους». Σήμερα σε ορισμένες περιοχές, μαζεύονται οι σπόροι της το καλοκαίρι, που προστίθενται σε ψωμί ή παξιμάδια.
Τα παραπάνω είδη παπαρούνας είναι φυτά μονοετή, με βλαστό ύψους 20 – 50 εκ. συνήθως και φύλλα πτεροσχιδή και οδοντωτά. Έχει άνθη μεγάλα, κόκκινα στα περισσότερα είδη, με ποδίσκο μακρύ, ακόμα και καλλωπιστικές ποικιλίες με κατακόκκινα, πορφυρά, ρόδινα, σομόν, κίτρινα ή λευκά άνθη, ακόμα και καλλωπιστικά υβρίδια. Τα άνθη της βγαίνουν την άνοιξη από τις μασχάλες τον φύλλων, πάνω σε μακριούς, τριχωτούς ποδίσκους και στρέφονται προς τα κάτω, πριν ακόμα ανοίξουν. Όταν ανοίξουν, ορθώνονται. Έχουν δύο τριχωτά σέπαλα, τέσσερα βαθυκόκκινα, αστραφτερά πέταλα, με μαύρη τη βάση τους. Οι στήμονες είναι πολλοί, μικροί, μαύροι. Οι καρποί είναι ατρακτοειδείς κάψες, (λέγονται κωδίες) που με τρύπες,, κοντά στην κορυφή τους, απελευθερώνουν 8-10 σπόρους, με τους οποίους το φυτό πολλαπλασιάζεται.
Η παπαρούνα υπάρχει αυτοφυής σε χέρσα, ηλιόλουστα χωράφια, σε βοσκότοπους, σε παρυφές δρόμων, αλλά και σε καλλιεργημένους αγρούς, όπου θεωρείται ζιζάνιο. Προτιμά υγρά, συνεκτικά εδάφη. Τα φυτά που αυτοφύονται σε καλλιεργούμενους και χέρσους αγρούς, συλλέγονται όταν είναι νεαρά, από το τέλος του φθινοπώρου μέχρι την άνοιξη πριν ανθίσει, βράζονται και προσφέρονται ως σαλάτα, μόνα τους ή μαζί με άλλα χόρτα ή προσθέτονται σε χορτόπιτες, με άλλα μυρωδικά χόρτα, όπως καυκαλήθρες και μυρώνια. Στην αρχαιότητα οι σπόροι της χρησιμοποιούνταν στην παρασκευή ψωμιών τους «μακωνίδες άρτους». Σήμερα σε ορισμένες περιοχές, μαζεύονται οι σπόροι της το καλοκαίρι, που προστίθενται σε ψωμί ή παξιμάδια.
Η παπαρούνα έχει ιδιότητες κατευναστικές και εφιδρωτικές, γι αυτό και χρησιμοποιήθηκε από παλιά ως φαρμακευτικό φυτό. Η κοινή παπαρούνα περιέχει ένα αλκαλοειδές, τη ροϊαδίνη, που είναι ηρεμιστική. Περιέχει επίσης σίδηρο, μαγγάνιο, κάλιο, ασβέστιο, ανόργανα και οργανικά οξέα. Το έγχυμα των ανθέων της, αλλά και το δραστικότερο σιρόπι τους πίνεται ως αντιβηχικό, μαλακτικό και καταπραϋντικό.
Πηγή: rc-cafe.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου