Πέμπτη 29 Ιουλίου 2010

Μια παράξενη αγάπη.....

Στο μεγάλο λιβάδι καταμεσής είχε φυτρώσει μια ψηλόλιγνη λεύκα. Κανένας δεν θυμόταν πότε και πως. Ίσως ούτε κι η ίδια θα μπορούσε να απαντήσει. Όλοι την θαύμαζαν για τη λυγεράδα την κορμοστασιά της και προπαντός για την ασημένια φορεσιά. Ποιος όμως θα το φανταζόταν πως ήταν μια δυστυχισμένη λευκά. Όσο μακριά κι αν έστελνε το βλέμμα της δε συναντούσε άλλο δέντρο.

«Ολομόναχη, λοιπόν, χωρίς φίλους, χωρίς κάποιον να αλλάζει δυο κουβέντες», συλλογιζόταν και συνέχιζε:
«Όταν οι άνθρωποι είναι πολύ μόνοι, τότε λένε πως μοιάζουν με καλάμια στον κάμπο, μα θα έπρεπε καλύτερα να έλεγαν πως μοιάζουν με μένα, σαν λευκά στο λιβάδι».
Αυτές και άλλες τέτοιες σκέψεις τη βασάνιζαν συνεχεία.
Και φαίνεται δεν είχε άδικο η ψηλόλιγνη μοναχική λευκά.
Μια μικρή παρηγοριά της βέβαια ήταν τα πούλια.
Οι ευκαιρίες όμως για να τους μιλήσει ήταν πιο λίγες και από τις λίγες.
Όλη τη μέρα φτεροκοπούσαν εδώ και εκεί κι έρχονταν στα κλαδιά της για να κελαηδήσουν η να κοιμηθούν.
Δεν πολύ καταλάβαιναν την γλώσσα της, γιατί, εδώ που τα λέμε, δεν είναι πράγμα εύκολο να μάθεις τη λαλιά των δέντρων.
Όσο για τα τζιτζίκια, αυτά ήταν όλο ύπνο και
τραγούδι.
Δε νοιάστηκαν να πιάσουν κουβέντα με τη λευκά, και ας τα φιλοξενούσε κάθε καλοκαίρι.
Έτσι περνούσαν οι μήνες και τα χρόνια κι όλα φαίνονταν άχρωμα στη λευκά.
Ώσπου μια μέρα άρχισε η ζωή να της χαμογελάει.
Ήταν μια φθινοπωριάτικη μέρα με έναν ήλιο
ολόχρυσο, που απλώθηκε στο λιβάδι μετά την πρωινή βροχή.
Φρεσκοπλυμένη από τη βροχή γυάλιζε η λευκά ένα ένα τα ασημένια φύλλα της.
Έφτασε τέλος να γυαλίσει και τα πιο ψηλά, όταν είδε να κατηφορίζει από τους πέρα λόφους ένα κάτασπρο άλογο.
Κάτασπρο σαν το χιόνι. Τόσο περήφανο άλογο δεν είχε ξαναπατήσει στο λιβάδι.
«Αχ και τι ρυθμικά χορεύει η χαίτη του έτσι καθώς καλπάζει», συλλογίστηκε η λεύκα.
Σε λίγο διάκρινε στη ράχη του άλογου κι ένα μεσόκοπο καβαλάρη.
«Θα είναι σίγουρα το αφεντικό του», σκέφτηκε.
Κι όσο πλησίαζε το άλογο αυτή δε χόρταινε να το κοιτάζει.
Πήγε να σπάσει από χαρά η καρδιά της, όταν το άσπρο άλογο σταμάτησε εκεί κοντά κι ο καβαλάρης το έδεσε στον κορμό της.
Ήταν ο αγρότης που αγόρασε το διπλανό χωράφι.

«Όσο κρατάνε οι δουλείες του στο χωριό θα έχω κι εγώ παρέα», συλλογίστηκε κι έγιναν τα φύλλα της ακόμη πιο ασημένια από ευτυχία.
«Ποιος το περίμενε πως θα είχα συντροφιά μου ένα τόσο όμορφο άλογο.»
Όμως το άλογο ούτε που γύρισε να την κοιτάξει. Και πρώτα γιατί ποτέ δεν του πέρασε από το μυαλό να κάνει παρέα με ένα δέντρο.Κι ύστερα, από μικρό δεν συμπαθούσε και πολύ τα δέντρα, γιατί συχνά το έδεναν στον κορμό τους, ενώ αυτό θα προτιμούσε να καλπάζει λεύτερο στους κάμπους και βουνά.
Και τι παρέα να κάνει μ’ενα δέντρο, αφού τα δέντρα, όπως νόμιζε, δεν ξέρουν να μιλούν.
Πέρασε μια, πέρασαν δυο, πέρασαν τρεις μέρες κι η λεύκα αποτραβήχτηκε ξανά στη θλίψη και στη μοναξιά της, κι ας είχε τώρα εκεί στα πόδια της το πιο όμορφο άλογο.
Προσπάθησε πολλές φορές να του μιλήσει μα αυτό ούτε που κατάλαβε.
Όμως η μοναξιά άρχισε με τις μέρες να τρυπώνει σιγά σιγά και στην καρδιά του άλογου, έτσι δεμένο όπως ήταν με τις ώρες.
Ένα μεσημέρι σήκωσε το κεφάλι του ψηλά κι αγκάλιασε για πρώτη φορά με το βλέμμα του τη λεύκα.

«Ποπό! Τι λυγερή που είναι! Και τι όμορφη! Και τα φύλλα της λες κι έχουν πάνω τους καθαρό ασήμι! Μα πόσο θα πρέπει να είναι δυστυχισμένη εδώ ολομόναχη μέσα στο λιβάδι», σιγοψιθύρισε
το άλογο και συνέχισε να την θαυμάζει.
-Αχ, σε ευχαριστώ που με καταλαβαίνεις, ακούστηκε τότε μια λεπτή μελωδική φωνή να βγαίνει από τη φυλλωσιά της λεύκας μαζί με ένα θρόισμα ελαφρύ.
Και το άλογο δεν πίστευε στα αυτιά του. Αλήθεια, ήταν η λεύκα που του μίλησε.
-Ώστε έχετε φωνή και σεις τα δέντρα; Είπε απορημένα. Και γω που ξέρω μόνο τη γλώσσα των ζωών πως γίνετε και καταλαβαίνω τη δική σου γλώσσα;
Και τότε η λευκά χαρούμενη που επιτέλους πια την άκουσε το άσπρο άλογο απάντησε:
-Το καθετί πάνω στη γη έχει τη γλώσσα του.Κι είναι γλώσσες που για να τις μάθεις χρειάζεται να τις σπουδάζεις χρόνια και χρόνια. Για να τις καταλάβεις αυτές, φτάνει μόνο αν θέλεις να τις καταλάβεις, να δώσεις προσοχή σ’ αυτόν που προσπαθεί να σου μιλήσει.
Από τη μέρα εκείνη το άσπρο άλογο δεν έβλεπε τη στιγμή να ξεκινήσει με το αφεντικό του για το χωράφι. Ανυπομονούσε να βρεθεί μια ώρα αρχύτερα κοντά στη λεύκα.
Κι η λεύκα τις νύχτες που να κλείσει μάτι. Μετρούσε τις στιγμές που της φαίνονταν τώρα αιώνες και παρακάλαγε τον ήλιο να ανατείλει πιο νωρίς για να δει το άλογο να κατηφορίζει από τους πέρα λόφους. Και τι δεν έλεγαν η λεύκα και το άσπρο άλογο στις ατελείωτες κουβέντες τους.
Εκείνο της έμαθε ένα σωρό πράγματα για τα ζώα, της μίλαγε για τον κόσμο πίσω από τους λόφους. Κι ακόμη της έλεγε πως του αρέσει όσο τίποτα στη γη να καλπάζει λεύτερο σε κάμπους και βουνά.
Και πως είναι τυχερό που έχει για αφεντικό του έναν άνθρωπο που δεν βασάνιζε τα ζώα.
Κι αυτή δεν χόρταινε να το ακούει.
Με την σειρά της του μιλούσε για χίλια δυο πράγματα, μα πιο πολύ για τα πούλια, για το κελάηδημα τους, και για τα αστέρια που μελέταγε τη νύχτα.
Κι ακόμη πόσο ευχαριστιόταν να λικνίζεται ρυθμικά με το απαλό αεράκι.
Είχε ξεχάσει για τα καλά η λεύκα την μοναξιά.
Και το άλογο τώρα ένιωθε μοναξιά σαν ήταν μακριά της, παρ’ όλο η παρέα δεν του έλειπε στο αγροτόσπιτο του αφεντικού.
Όμως ένα πρωί το άλογο δε φάνηκε. Όσο και αν τέντωνε η λεύκα τα ψηλότερα κλαδιά της μήπως το δει να έρχεται από μακριά, τίποτα, τίποτα. Ούτε την άλλη μέρα φάνηκε, ούτε την παράλλη. Τότε κατάλαβε η λεύκα πως είχαν τελειώσει πια οι δουλειές στο διπλανό χωράφι και πως μ’ αυτές τελείωσαν οι όμορφες μέρες και η δική της ευτυχία.
«Πάει με τον καιρό θα με ξεχάσει το άσπρο άλογο», συλλογιζόταν κι η καρδιά της βάραινε σαν σίδερο.
Σκέψεις παρόμοιες όμως έκανε και το άσπρο άλογο, που όλη τη μέρα δούλευε τώρα αλλού.

Και τις νύχτες έμενε δεμένο μπροστά στην πόρτα του αγροτόσπιτου.
«Αχ, η λεύκα θα νομίζει πως την ξέχασα». Και τα μάτια του πλημμύριζαν θλίψη. Με τα άλλα ζώα δεν άλλαζε κουβέντα. Και ούτε που πείναγε πια.Μόνο λίγο νεράκι έπινε που και που και μασούλαγε ανόρεχτα λίγες μπουκιές σανό.
Τώρα κατάλαβε πόσο βαθιά αγάπαγε την λεύκα.
Και τι δεν θα έδινε να της έστελνε ένα μήνυμα, ένα σημάδι, πως δεν την ξέχασε, πως δεν το ήθελε να μένει μακριά της και άλλα πολλά...
Πέρναγαν οι μέρες, οι νύχτες, κυλούσαν οι βδομάδες, μπήκε ο χειμώνας. Μια νύχτα που η παγωνιά είχε ξαφνιάσει όλη τη φύση και το άλογο τουρτούριζε από το κρύο, μα που το κρύο και η παγωνιά μες στην καρδιά του ήταν πιο αβάσταχτα, πήρε την μεγάλη απόφαση:
«Δεν το αντέχω άλλο, θα σπάσω το σχοινί. Η λεύκα με χρειάζεται και τη χρειάζομαι κι εγώ».
Και μια και δυο σπάει το σχοινί και αρχίζει να καλπάζει ξέφρενα προς το λιβάδι.
Πρόβαλε τότε ξαφνικά στο χειμωνιάτικο ουρανό ένα ολοστρόγγυλο πελώριο φεγγάρι που ασήμωσε τους γύρω λόφους.
-Λευκά μου, λευκά μου! Φώναξε από μακριά το άσπρο άλογο.

Και κείνη που έμενε νύχτες άγρυπνη να το περιμένει, του απάντησε με τη γλυκεία αέρινη φωνή της όσο πιο δυνατά μπορούσε:
-Καλό μου άσπρο άλογο, αλογατάκι μου!
Γρήγορο σαν τον άνεμο έφτασε κοντά της. Σηκώθηκε στα πισίνα του πόδια για να τη φιλήσει στο μάγουλο.
Προσπάθησε και αυτή να σκύψει, γιατί το ήθελε και αυτή να φιλήσει το άλογο.
Μα ο κορμός της κόντεψε να σπάσει. Δεν τα κατάφεραν.
Ίσως μια άλλη φορά...
Ύστερα ξάπλωσε το άλογο στα πόδια της και αυτή τίναξε τα κλαδιά της και του έριξε όσα φύλλα δεν της είχε πάρει ο χειμώνας για να το ζεστάνει.
-Λεύκα μου τώρα έμεινες ολόγυμνη, θα ξεπαγιάσεις.
-Μην νοιάζεσαι, του απάντησε.Είμαι συνηθισμένη εγώ να περνάω το χειμώνα χωρίς την ασημένια φορεσιά μου.Στεναχωριέμαι μόνο που όταν με γνώρισες ήμουν φουντωτή και όμορφη...ενώ τώρα...
-Για μένα είσαι όμορφη όπως και να είσαι-τη διέκοψε το άλογο.
Άλλωστε η άνοιξη θα σου φέρει καινούργια φορεσιά.

Εκείνη την στιγμή ακούστηκε από πάνω τους μια κοροϊδευτική βραχνή φωνή:
-Για δες, τι παράξενη, τι αταίριαστη αγάπη είναι πάλι και τούτη. Παει χάλασε ο κόσμος. Ένα άλογο με μια λεύκα. Ας γελάσω...
Σήκωσαν τα μάτια τους και είδαν να περνάει ένα μαύρο κακομούτσουνο σύννεφο.
-Θα τρέξω να πω τα νέα και στα άλλα σύννεφα πίσω από τους λόφους να γελάσουμε με την ψυχή μας.
Τέτοιο αστείο θέαμα έχω να δω πολύ καιρό, είπε το κακομούτσουνο σύννεφο και βιάστηκε να φύγει.
Η λεύκα βυθίστηκε στη σιωπή.Τα λόγια του μαύρου σύννεφου κουδούνιζαν στα αυτιά της και παραλίγο να της κλέψουν την χαρά.
Το άσπρο άλογο διάβασε την σκέψη της αμέσως.
-Καλή μου λεύκα, μη στεναχωριέσαι. Πάντα θα υπάρχουν μαύρα σύννεφα που αντί να ψάξουν να βρουν την ευτυχία, κοιτούν πως θα χαλάσουν την ευτυχία των άλλων.
Μην αμφιβάλλεις ούτε στιγμή πως είμαστε το πιο ταιριαστό ζευγάρι, ίσως μάλιστα σ’ ολόκληρο τον κόσμο.

-Έχεις δίκιο άλογο, ακούστηκε να λέει μια ζεστή φωνή. Χιλιάδες χρόνια ταξιδεύω πάνω στη γη, από άκρη σε άκρη. Είδαν πολλά τα μάτια μου.
Πρώτη φορά μου συναντώ αγάπη τόσο όμορφη, τόσο ταιριαστή.
Ήταν το ολοστρόγγυλο φεγγάρι που είχε γλιστρήσει αθόρυβα από τον ουρανό και στάθηκε πάνω τους λούζοντας τους με ασημένιο φως.
Όμως μέσα στην τόση ευτυχία το άλογο ούτε που σκέφτηκε το αγροτόσπιτο και το αφεντικό του.
Και όταν του το θύμισε η λεύκα δεν το βάσταξε η καρδιά του να την αφήσει πάλι μόνη.
Το αφεντικό είχε όμως άλλη γνωμη.Ηταν όλη η περιούσια του.
Μέρες έψαχνε να το βρει. Λες και άνοιξε η γη και το κατάπιε.
Που να φανταστεί πως το άσπρο άλογο είχε αγαπήσει μια λεύκα, κάτω στο λιβάδι.
Όχι αυτό δεν περνούσε από μυαλό του, αν δεν υπήρχε το μαύρο κακομούτσουνο σύννεφο να το μαρτυρήσει. Και να πως έγινε:

Μαρτυριάρικο όπως ήταν έριξε λίγες σταγόνες στον κήπο του αγροτόσπιτου. Έτσι το μυστικό το έμαθαν πρώτα τα λουλούδια που το συζήταγαν μέρα νύχτα.
-Τι παράξενη ιστορία αγάπης, έλεγε το ένα.
-Ίσως να είναι όμορφη, μουρμούριζε το άλλο.
-Αχ να είχαμε και μεις την τύχη της λεύκας, έλεγε το τρίτο.

Πες πες έφτασε το μυστικό στα αυτιά της γυναίκας του αφεντικού, που ήξερε την γλώσσα των λουλουδιών από καιρό, αφού τα αγάπαγε πολύ.
Κι εκείνη με την σειρά της το είπε στον άντρα της.
-Τρέχω αμέσως να το φέρω πίσω, φώναξε χαρούμενο το αφεντικό.
Όμως το άλογο που είχε πάρει απόφαση να μείνει για πάντα με την λεύκα, μόλις τον είδε να κατηφορίζει από τους λόφους, εξαφανίστηκε πέρα στα βουνά.

Φτάνοντας το αφεντικό κοντά στη λευκά, σκέφτηκε, άλλος τρόπος δεν υπάρχει, πρέπει να κόψει την λεύκα. Μόνο έτσι πίστευε θα γύρναγε το άλογο πίσω.
Πήρε λοιπόν πριόνι και άρχισε να πριονίζει τον κορμό της.
Ξαφνιάστηκε όμως σαν άκουσε αναστεγναμούς.
Δεν πίστευε στα αυτιά του.
«Έχουν λοιπόν δίκιο όσοι λένε πως και τα δέντρα έχουν ψυχή», σκέφτηκε. «Και γιατί όχι; Η γυναίκα μου μιλάει από καιρό με τα λουλούδια της».
Σταμάτησε αμέσως το πριόνισμα και ρώτησε τη λευκά γεμάτος καλοσύνη:
-Πες μου σε πόνεσα; Πονάς;
-Ναι, του απάντησε εκείνη, μα δεν αναστέναξα για αυτό.
Σκέφτηκα πόσο πιο πολύ θα πονέσει το καλό μου άλογο, σαν γυρίσει και με βρει κομμένη, ριγμένη στη γη.
-Τι όμορφη αγάπη είναι τούτη! Ψιθύρισε το αφεντικο.Πως να τη χαλάσω; Πες στο άλογο όταν γυρίσει, πως από σήμερα το αφήνω ελεύθερο.
Αυτό το δώρο κάνω στην αγάπη σας.
Και πριν η λευκά προλάβει να τον ευχαριστήσει, αυτός είχε πάρει τον ανήφορο της επιστροφής,
να προλάβει να πει στην γυναίκα του τη θαυμαστή και παράξενη ιστορία.

Σαν γύρισε το άλογο και έμαθε τα ευχάριστα νέα, χόρευε σαν τρελό από ευτυχία γύρω από την λεύκα.
Και εκείνη μόλο που ήταν πληγωμένη λικνιζόταν ρυθμικά για να το συνοδέψει στον χορό του.
Την άλλη νύχτα όταν οι άνθρωποι κοιμόταν σ’ ολόκληρη την γη, της πρότεινε ένα μικρό περίπατο. Ξαφνιάστηκε η λεύκα.
-Περίπατο εγώ; Εγώ είμαι δέντρο. Το ξέχασες καλό μου άλογο; Τα δέντρα μένουν ριζωμένα στην ίδια θέση.
-Το ξέρω μένουν ακίνητα γιατί κανένα ποτέ δεν δοκίμασε να περπατήσει.
Θα είσαι εσύ το πρώτο δέντρο που θα περπατήσει στη γη.

Κι έτσι έγινε. Ήταν υπέροχη εκείνη η νύχτα που η λεύκα περπάταγε καμαρωτή δίπλα στο άσπρο της άλογο, κάτω από το ολοστρόγγυλο φεγγάρι.
Ναι, ήταν εκεί και ο φίλος τους το φεγγάρι, που βγήκε επίτηδες να τους φωτίσει το δρόμο.Και απόψε έβαλε τα δυνατά του να γίνει πιο λαμπερό.
-Σε ευχαριστούμε, καλό μας φεγγαράκι, είπαν με μια φωνή.
Και κείνο χαμήλωσε ακόμη πιο πολύ και τούς απάντησε τραγουδιστά:
Εγώ, εγώ θα πρέπει
να σας πω ευχαριστώ
για την αγάπη σας αυτή
που ομόρφυνε τη γη....
Και συνέχισε:
Τώρα είναι ώρα να πηγαίνω. Για λίγες μέρες δε θα φανώ. Θα κάτσω να ξεκουραστώ. Μα όταν ξανάρθω, θέλω να κάνω και γω ένα δώρο στην αγάπη σας, που θα την κάνει πιο όμορφη, πιο ζηλευτή, πιο ταιριαστή.
Αφήστε με το σκεφτώ.Ίσως συμβουλευτώ και την καλή νεράιδα που μένει σε ένα διπλανό αστέρι.
Μέχρι τότε γεια χαρά.

Στο μεταξύ μπήκε η άνοιξη. Και τούτη τη φορά δώρισε στη λεύκα μια ασημένια φορεσιά που όμοια της δεν είχε ξαναφορέσει ποτέ λεύκα πάνω στη γη.
Το άσπρο άλογο την καμάρωνε.
Στα κλαδιά της μαζεύονταν τώρα όλα τα πουλιά και τιτίβιζαν τα πιο μελωδικά τους τραγούδια.
Τις νύχτες συνεχιζόταν οι περίπατοί τους.

Και μια από αυτές τις νύχτες νάσου πάλι ο φίλος τους το φεγγάρι, τριγυρισμένο από εκατομμύρια αστέρια.
Χαμήλωσε, χαμήλωσε, χαμήλωσε κι άλλο, ώσπου κάθισε στην κορυφή της λεύκας.
-Σας έφερα το δώρο σας, νάτο! Είπε χαρούμενα και τους έδειξε ένα κόκκινο σακούλι. Μου το έδωσε η καλή νεράιδα από το γειτονικό μου αστέρι.
Μέσα του έχει μια μαγική χρυσόσκονη! Όταν τη ρίξω πάνω σας θα γίνετε και οι δυο σας ίδιοι.
Δε θα είστε πια διαφορετικοί. Και θα χαρείτε έτσι την αγάπη σας χωρίς εμπόδια και πρόβλημα κανένα.
Διαλέξτε: Θέλετε να ζήσετε σαν άλογα η σαν λεύκες;
Και τότε όπως γίνετε στις πολύ μεγάλες αγάπες, του απάντησαν με μια φωνή, σαν να είχε διαβάσει ο ένας τη σκέψη του άλλου:
-Σε ευχαριστούμε, φεγγαράκι, για το δώρο σου, μα προτιμάμε να μείνουμε έτσι όπως είμαστε.
Είμαστε τόσο ευτυχισμένοι. Η αγάπη μας δε χρειάζεται τη μαγική χρυσόσκονη.
-Εγώ συνέχισε η λεύκα, ξέρω καλά πόσο αρέσει στο άσπρο μου άλογο να τρέχει ξέφρενο μακριά, να καλπάζει. Θα ήταν κρίμα να γίνει λεύκα και να ριζώσει.
Εμένα πάλι δεν μ αρέσει να καλπάζω. Μου φτάνουν οι νυχτερινοί περίπατοι. Αντίθετα με ευχαριστεί να λικνίζομαι στο απαλό αεράκι.
-Έχει δίκιο η λεύκα μου, συμπλήρωσε το άλογο, θα ξεκουράζομαι στα πόδια της.
Πάντα κοντά της θα γυρίζω. Για μας η αγάπη μας είναι τόσο ταιριαστή!

Κι έτσι θα μείνουμε, λεύκα εκείνη, άλογο εγώ.
Και πριν προλάβει να τελειώσει τα λόγια του το άλογο, ένιωσε να ψηλώνουν τα πόδια του. Κι η λεύκα έσκυψε πρώτη φορά τόσο πολύ χωρίς πόνους στη μέση της.
Έτσι έδωσαν το πρώτο τους φιλί...
Τρελό από ενθουσιασμό χειροκροτούσε το φεγγάρι και φώναζε με όλη του τη φωνή:
-Ξυπνήστε, άνθρωποι, ξυπνήστε να δείτε την πιο ταιριαστή αγάπη σ’ ολόκληρη τη γη.

Κι ήταν εκείνη η μόνη νύχτα που το φεγγάρι ξέχασε να συνεχίσει το ταξίδι του στον ουρανό...

Πηγή: http://ostraka-kai-bu8oi.blogspot.com/

read more “Μια παράξενη αγάπη.....”

Πέμπτη 22 Ιουλίου 2010

I will always love you...

Αυτή η σύνοψη δεν είναι διαθέσιμη. Κάντε κλικ εδώ, για να δείτε την ανάρτηση.
read more “I will always love you...”

Τετάρτη 21 Ιουλίου 2010

Ιούλιος 2010: Οφειλόμενος φόρος τιμής στους νεκρούς του 1974

Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες πολέμησαν οι πολεμιστές του 1974 είναι γνωστές, σε κάποιους από πρώτο χέρι, σε άλλους μόνο από ακούσματα και διηγήσεις .Ήταν και τότε Ιούλιος και η θερμοκρασία κατά τη διάρκεια της ημέρας έφτανε τους 38 και πλέον βαθμούς. Οι σημερινές δηλαδή συνθήκες δυσφορίας της Λευκωσίας. Ο όγκος των εχθρικών πυρών ήταν τεράστιος ειδικά σε επιλεγμένες περιοχές (ΕΛΔΥΚ, Μονάδες Πυροβολικού και αλλού, χώρους συγκέντρωσης και αλλού).

Οι πολεμιστές τότε έπρεπε όχι μόνο να αντέξουν τον ήλιο και την αφόρητη ζέστη, αλλά και να ζήσουν κάτω από συνθήκες δίψας, που όσοι έζησαν μέσα στις μάχες θυμούνται ότι η γλώσσα τους κολλούσε άπειρες φορές στον ουρανίσκο τους από την έλλειψη πόσιμου νερού. Χώρια που το κύριο, το πρώτιστο τους καθήκον ήταν να πολεμήσουν και να προστατεύσουν τον εαυτό τους από τις βολές που γίνονταν με κάθε είδους όπλο εναντίον τους και την πατρίδα.

Ας σκεφτούμε για λίγο μια σκηνή μάχης, έστω, στο στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ, είτε στην πρώτη φάση της εισβολής, είτε στην δεύτερη φάση. Ελδυκάριοι μέσα στις  τρύπες τους (Οι άγνωστοι στρατιώτες της ΕΛΔΥΚ 1974) οι περισσότεροι ημίγυμνοι και ασκεπής (το κράνος ήταν απαραίτητο αλλά δεν μπορούσε να φορεθεί από τη ζέστη) να πολεμούν κάτω από τον καυτό ήλιο του Ιουλίου, μέσα σε ένα διαρκώς φλεγόμενο, από τις εμπρηστικές βόμβες που έριχναν τα τούρκικα αεροπλάνα, στρατόπεδο. Η πυκνότητα των πυρών τεράστια, με μέσο χρόνο ζωής έκτος τρύπας μόνο 1 με 2 λεπτά (Οι άγνωστοι στρατιώτες της ΕΛΔΥΚ 1974). Νερό και φαγητό πολυτέλεια, μόνο το βράδυ έβγαιναν από τις τρύπες για να πάρουν, κάτω από τα συντρίμμια του υδραγωγείου, λίγο λασπόνερο, μερικές κονσέρβες και ένα κομμάτι ψωμί. Τα ίδια με τα πιο πάνω, πανομοιότυπα, τα συναντούμε και στον τιτάνιο αγώνα του 251ΤΠΖ, στον εξίσου τιτάνιο αγώνα του 286ΜΤ, στις απαράμιλλες σε ηρωισμό και αυτοθυσία επιχειρήσεις των μοιρών καταδρομών (Κύριοι πάτε για ύπνο).

Οι περισσότεροι από τους ηρωικούς νεκρούς μας βρίσκονται να αναπαύονται αδικαίωτοι στον Τύμβο της Μακεδονίτισσας μαζί με τους ελλαδίτες αδελφούς μας, της διμοιρίας του Τσαμκιράνη που επέβαιναν του μοιραίου «Νορατλας» κατά την αποστολή "ΝΙΚΗ".

Στον Τύμβο θα κάνει επίσκεψη για να αποτίσει τον οφειλόμενο φόρο τιμής η πολιτική, στρατιωτική και θρησκευτική ηγεσία του τόπου. Θα έχουν στηθεί στέγαστρα, διότι ο ήλιος θα καίει και θα υπάρχουν ψυγεία με παγωμένα ποτά και νερά, διότι η δίψα θα είναι μεγάλη. Θα είναι και η Φιλαρμονική της Εθνικής Φρουράς που θα παιανίζει πένθιμα. Θα υπάρχει και ασθενοφόρο για προληπτικούς λόγους. Θα ειπωθούν βαρύγδουπα λόγια και θα κατατεθούν δάφνινα στεφάνια και τριαντάφυλλα (ανάγκη αυτό μόνο και να τίποτε άλλο), ενώ θα αποθανατίζονται δηλώσεις και ατάκες επωνύμων. Κάπου εκεί θα είναι και ο Θανάσης, ο μόνος επιζών από την Διμοιρία του Τσαμκιράνη, καθώς και οι μανάδες των αγνοουμένων, Ελλαδιτών και Κυπρίων, που θα ακούσουν και πάλι τα ίδια χιλιοειπομένα «θα».

Θα κάνω και εφέτος την κάθε χρονική μου επίσκεψη στον Τύμβο, μαζί με τη κορούλα μου, ασκεπής όπως σε κάθε μου επίσκεψη στον Τύμβο και ας καίει ό ήλιος και χωρίς νερό, για να νοιώσω κάτω από συνθήκες "ειρήνης και ασφάλειας" λίγη από την ζέστη και τη δίψα που ένοιωσαν οι αγωνιστές, κάτω από συνθήκες πολέμου. Θα περιέλθω ένα ένα όλους εξολοκλήρου τους τάφους, θα διαβάσω τα ονόματα των νεκρών, θα φέρω στην μνήμη που τα ηρωικά τους κατορθώματα  (γα όσους τουλάχιστον έχω διαβάσει) και θα κλαίω με την ψυχή μου, διότι δεν μπόρεσα να φανώ «πολλώ κάρονες τούτων». Τα μάτια της κορούλας μου θα είναι κόκκινα όπως και πέρσι και προ πέρσι όπως κάθε χρόνο. Μόνο έτσι μπορώ να αποτίσω τον ελάχιστο οφειλόμενο φόρο τιμής προς τους ηρωικούς μας νεκρούς, διότι η αντίσταση αυτών στις ορδές του αττίλα μου δίνει την ελευθερία να κάνω σήμερα αυτή την επιστολή.

Κ.Α.Ν

-------
Υ.Γ: Αν και τα λόγια είναι περιττά, δεν μπορώ παρά να παραθέσω Θερμές ευχαριστίες στον συγγραφέα του κειμένου τόσο για τις σκέψεις που τόσο απλόχερα μας παραθέτει, όσο και για τις ζωντανές εικόνες που περνούν από μπροστά μας... βάζοντας όλους εμάς που δεν ζήσαμε αυτά τα γεγονότα έστω και για μερικές στιγμές να αναλογισθούμε... ότι κάποιοι  λίγοι ή πολλοί ...υπέφεραν, πολέμησαν, θυσιάστηκαν, ακρωτηριάσθηκαν....για αυτόν τον τόπο.
Ianjerry

Πηγή: http://ianjerry.blogspot.com/
read more “Ιούλιος 2010: Οφειλόμενος φόρος τιμής στους νεκρούς του 1974”

Κυριακή 18 Ιουλίου 2010

Οι απόγονοι της Έχιδνας

Σαν απόγονοι της Έχιδνας (κόρης της Μέδουσας) και του Τυφώνα (Τυφωέα) αναφέρονται , ο Κέρβερος, η Λερναία Ύδρα, το Λιοντάρι της Νεμέας, ο Όρθρος, η Σφίγγα και τη Χίμαιρα. Μερικοί μάλιστα αναφέρουν ότι παιδί της Έχιδνας ήταν και η τρομερή Σκύλλα, παρόλο που δεν είναι λίγοι που αποδίδουν τη γέννησή της στο Φόρβαντα και την Εκάτη.
Όλα αυτά τα τέρατα, καθώς και άλλα, νεότερα ή παλαιότερα αντικατοπτρίζουν τους πρωτόγονους φόβους του ανθρώπου, τόσο όσον αφορά την επίγεια και υπόγεια ζωή, αλλά και όσον αφορά την υδρόβια ζωή, ακόμη και την αερόβια ζωή• ίσως, όμως να προβάλλουν και αρκετά πραγματικά μεν, αλλά μυστήρια τέρατα (τέρας του Λοχ Νες), τα οποία πολλοί έχουν δει, αλλά περισσότεροι αψηφούν την εγκυρότητά των αυτόπτων μαρτύρων και, περισσότερο, την ύπαρξη τέτοιων όντων, που δεν υπακούουν στους συνήθεις νόμους του σύμπαντος. Ποιος μπορεί να πει όμως με 100 % σιγουριά ότι δεν είναι καν πιθανό να υπάρξουν τέτοια τέρατα; Ποιος μπορεί να μας εγγυηθεί ότι περιστατικά όπως αυτά που βλέπουμε στους «Απόρρητους Φάκελους» ή ότι ανθρώπινες τερατογενέσεις δεν μπορούν να καταλήξουν σε ένα παρόμοιο «συμβάν»; Μάλλον, κανείς ή, ίσως, πολλοί να είναι σε θέση να μας επιβεβαιώσουν ακριβώς το αντίθετο. Το ευχάριστο είναι ότι κανένα από τα τρομερά παιδιά της Έχιδνας και του Τυφώνα δεν απέκτησε απογόνους…
Image
Ο Κέρβερος, τρομερός τρικέφαλος σκύλος, προστάτευε άγρυπνα τον Άδη, μη αφήνοντας κανένα (εκτός από τον Οδυσσέα και τους συντρόφους του, που τον ξεγέλασαν) να εισέλθει άσκοπα στον Κάτω Κόσμο, αλλά και μη επιτρέποντας στις ψυχές να δραπετεύσουν από τον Άδη. Από το σώμα του εκφύονταν φίδια, καθώς και από την ουρά του• στον τελευταίο του άθλο, ο Ηρακλής κατάφερε να τον συλλάβει, οδηγώντας τον από τον Άδη στις Μυκήνες και πάλι πίσω. Άλλος ένας που κατάφερε να τον δαμάσει ήταν ο Ορφέας, που με το παίξιμο της λύρας του μάγεψε το τερατόμορφο σκύλο, καταφέρνοντας να βρει την Ευρυδίκη του. Η λέξη έχει περάσει στα νέα Ελληνικά, με τη σημασία του προστάτη και του φύλακα, ενώ στο χώρο των υπολογιστών αποτελεί πρότυπο ασφάλειας (Kerberos). Μερικοί ανέφεραν 2, 50 ή ακόμη και 100 κεφάλια, και όποιος τον αντίκριζε ένοιωθε φρίκη και φόβο.
Η αδελφή του, Λερναία Ύδρα, ήταν ένα τεράστιο, υδρόβιο φίδι με εννέα κεφαλές (με δυνατότητα να αποκαθιστά τυχόν κομμένο κεφάλι), από τις οποίες η 5η (μεσαία) ήταν αθάνατη, που κατοικούσε στα βαλτοτόπια και τα έλη της λίμνης Λέρνης, κοντά στο Άργος, και σκότωνε με τη δηλητηριώδη αναπνοή της τα ζώα και τους ανθρώπους και κατάστρεφε τα σπαρτά• σε ένα από τους άθλους του, τη νίκησε ο Ηρακλής με τη βοήθεια του Ιόλαου. Λέγεται ότι η ίδια η θεά Ήρα μεγάλωσε την Λερναία Ύδρα, για να σκοτώσει τον Ηρακλή• γι’ αυτό και όρισε βοηθό της ένα τεράστιο κάβουρα. Πάλι μερικοί μύθοι μιλούν για διαφορετικό αριθμό κεφαλιών (5, 6, 50, 100 ακόμη και 10000). Στη σύγχρονη τεχνολογία Hydra ήταν το κωδικό όνομα των Windows NT 4.0 Terminal Server, ακριβώς λόγω της δικτυωμένης της Λερναίας Ύδρας.
Το Λιοντάρι της Νεμέας ήταν άλλο ένα τερατοειδές θηρίο, που είχε εξαιρετικά καταστροφικές επιδόσεις, το οποίο και επίσης δάμασε ο ημίθεος Ηρακλής στον πρώτο του άθλο.
Ο Όρθρος ήταν ένας τερατόμορφος δικέφαλος σκύλος με ουρά φιδιού, που καθήκον είχε να φυλάει τα κόκκινα βόδια του Γηρυόνη σε ένα νησί πέρα από τις Ηράκλειες Στήλες• και αυτόν τον νίκησε ο Ηρακλής με το ρόπαλό του, όπως και το Γηρυόνη.
Η Σφίγγα, της οποίας η λατρεία στην Ελλάδα προήλθε από την Αίγυπτο, ήταν ένα φτερωτό τέρας, με κεφάλι γυναίκας, γερακιού ή κριού, φτερούγες αετού και σώμα λιονταριού, που κατά το μύθο καθόταν σε ένα βράχο στο βουνό Φίκειο, κοντά στην πόλη των Θηβών, καταβροχθίζοντας τον κάθε περαστικό που δεν μπορούσε να λύσει το αίνιγμα που πάντα προέβαλλε στους περαστικούς, που της το εμπιστεύτηκαν οι Μούσες: «Ποιο ζώο γεννιέται τετράποδο, όταν μεγαλώσει γίνεται δίποδο και όταν γεράσει τρίποδο;»• ο Οιδίποδας το έλυσε και, όπως προφήτευε η προφητεία, έπεσε στους βράχους και κατατσακίστηκε.
Image  Η Χίμαιρα ήταν ένα τρίμορφο τέρας, με κεφάλι λιονταριού, σώμα άγριας κατσίκας, πόδια δράκου και ουρά που κατέληγε σε κεφάλι φιδιού ή δράκοντα, το οποίο είχε φλογισμένη αναπνοή, που έκαιε όποιον και ό,τι βρισκόταν στο δρόμο του, εμφανιζόμενο ξαφνικά από τόπο σε τόπο, συμβολίζοντας, ίσως, την έκρηξη μικρών ηφαιστείων. Τρεφόμενη από τον Αμισώδυρο, ήταν γρηγορότερη και από αστραπή, ενώ από το στόμα και τα ρουθούνια της έβγαιναν φλόγες. Σκοτώθηκε από το Βελλερεφόντη, καθώς αυτός επέβαινε στο φτερωτό Πήγασο. Στην αρχαία Κόρινθο και Σικυώνα η μορφή της Χίμαιρας ήταν αποτυπωμένη στα νομίσματα των πόλεων και στις ασπίδες τους, ενώ ο Όμηρος την έχει περιγράψει με τον παραστατικότερο τρόπο. Στα νέα Ελληνικά, «Χίμαιρα» σημαίνει κάτι το άπιαστο, το απραγματοποίητο.Η Σκύλλα, ωραιότατη νεανίδα, μεταμορφώθηκε σε τέρας από την Κίρκη, όταν την ερωτεύτηκε ο Γλαύκος• συχνά παρουσιάζεται ως τέρας με σώμα γυναίκας και ουρά ψαριού, ενώ φαίνεται ότι είχε 12 πόδια και 6 κεφάλια, με τρεις σειρές δοντιών το καθένα. Η Σκύλλα μπήκε σε μια σπηλιά του πορθμού της Μεσσήνης στη Σικελία και, καθισμένη σε ένα βράχο, απέναντι από την επίσης τρομερή Χάρυβδη, έτρωγε δελφίνια, φώκιες και ναυτικούς που περνούσαν από τα λημέρια της. Ο μόνος που κατάφερε να της ξεφύγει ήταν ο Οδυσσέας και οι συντρόφοι του, παρόλο που έφαγε 6 από αυτούς.

read more “Οι απόγονοι της Έχιδνας”

Δευτέρα 12 Ιουλίου 2010

Το τέλος της γνώσης;

Αν μια καταστροφή χτυπήσει και τον δικό μας πολιτισμό- όπως και όλους τους προηγούμενους - ποιες από τις γνώσεις μας θα μπορούν να διασώσουν και να αξιοποιήσουν οι απόγονοί μας; Η ψηφιακή αποθήκευση δεδομένων αποδεικνύεται κινούμενη άμμος για τις γενιές που θα επιζήσουν.




Ο ψηφιακός πολιτισμός μας βρίσκεται στον... αέρα.
Δύσκολο να ανασυντεθεί ύστερα από μια μεγάλη καταστροφή

«Τον 11ο μήνα, τη 15η ημέρα, η Αφροδίτη εξαφανίστηκε από δυτικά, τρεις ημέρες έλειψε από τον ουρανό. Τον 11ο μήνα, τη 18η ημέρα, η Αφροδίτη έγινε ορατή στα ανατολικά».

Το εντυπωσιακό σε αυτές τις παρατηρήσεις σχετικά με την Αφροδίτη είναι ότι έγιναν πριν από περίπου 3.500 χρόνια, από βαβυλώνιους αστρολόγους. Γνωρίζουμε γι΄ αυτές επειδή η πήλινη επιγραφή όπου καταγράφονται, γνωστή ως «Η Δέλτος της Αφροδίτης του Αμί-Σαντούγκα», έχει σωθεί ως τις μέρες μας.

Εμείς φυσικά έχουμε γνώσεις που οι Βαβυλώνιοι δεν είχαν καν ονειρευτεί. Δεν κοιτάζουμε απλώς την Αφροδίτη από μακριά, έχουμε στείλει εκεί διαστημόπλοια. Οι αστρονόμοι μας παρατηρούν πλανήτες σε άλλους ήλιους και κάνουν τεράστια άλματα στον χώρο και στον χρόνο, φθάνοντας στις απαρχές του ίδιου του Διαστήματος. Οι βιομηχανίες μας μετατρέπουν την άμμο και το πετρέλαιο σε όλο και μικρότερες και περισσότερο πολύπλοκες συσκευές, σε ένα είδος αλχημείας πιο θαυμαστής και από τις τολμηρότερες φαντασιώσεις των αλχημιστών. Οι βιολόγοι μας πειραματίζονται με τις συνταγές της ίδιας της ζωής, αποκτώντας δυνάμεις που κάποτε αποδίδονταν στους θεούς.

Οσο όμως πιο εντυπωσιακές γίνονται οι γνώσεις μας τόσο πιο ευαίσθητα και εφήμερα είναι τα μέσα στα οποία επιλέγουμε να τις αποθηκεύσουμε. Αν ο πολιτισμός μας χαθεί, όπως τόσοι άλλοι στο παρελθόν, τι από αυτόν θα διασωθεί και σε ποιον βαθμό;

Υπόθεση καταστροφής
Ας υποθέσουμε ότι ο πλανήτης πλήττεται από μια καταστροφή η οποία δεν είναι τόσο κατακλυσμιαία ώστε να τον καταστρέψει ολοσχερώς. Πολλά κτίρια παραμένουν ανέπαφα και αρκετοί άνθρωποι επιζούν για να ανοικοδομήσουν τον πολιτισμό ύστερα από μερικές δεκαετίες ή αιώνες. Ας πούμε, για παράδειγμα, ότι το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα καταρρέει ή ότι ένας καινούργιος ιός σκοτώνει το μεγαλύτερο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού ή ότι μια ηλιακή καταιγίδα καταστρέφει το δίκτυο ηλεκτροδότησης της Βόρειας Αμερικής. Ή ας υποθέσουμε ότι επέρχεται μια αργή παρακμή εξαιτίας της ανόδου του κόστους της ενέργειας και των περιβαλλοντικών καταστροφών. Η αυξανόμενη πολυπλοκότητα και αλληλεξάρτηση της κοινωνίας καθιστά τον πολιτισμό μας όλο και πιο ευάλωτο απέναντι σε τέτοιου είδους γεγονότα.

Οποια και αν είναι η αιτία, αν κοβόταν το ρεύμα που τροφοδοτεί τις τράπεζες και τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές όπου αποθηκεύεται μεγάλο μέρος της ανθρώπινης γνώσης και οι άνθρωποι σταματούσαν να συντηρούν αυτά τα μηχανήματα και τα κτίρια που τα στεγάζουν ενώ τα εργοστάσια έπαυαν να παράγουν καινούργια τσιπς και δίσκους, για πόσο καιρό θα επιζούσε η γνώση μας; Πόση από αυτήν θα μπορούσαν να ανασύρουν οι επιζήσαντες των καταστροφών τις επόμενες δεκαετίες ή αιώνες;

Το φιάσκο Fogbank
Ακόμη και χωρίς μια μεγάλη καταστροφή, η απώλεια της γνώσης αποτελεί ήδη πρόβλημα. Παράγουμε περισσότερες πληροφορίες από ποτέ και τις αποθηκεύουμε σε όλο και πιο βραχύβια μέσα. Μεγάλο μέρος αυτών που χάνονται δεν είναι ουσιώδη- οι μελλοντικές γενιές μάλλον θα τα καταφέρουν και χωρίς τις οικογενειακές φωτογραφίες και τα βίντεο που χάσατε όταν «πέθανε» ο σκληρός δίσκος σας-, κάποια όμως είναι. Το 2008, για παράδειγμα, μαθεύτηκε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν «ξεχάσει» πώς να κατασκευάζουν ένα μυστικό συστατικό για κάποιες πυρηνικές κεφαλές ονόματι Fogbank. Αρχεία δεν είχαν κρατηθεί και το προσωπικό που είχε αναμειχθεί είχε συνταξιοδοτηθεί ή είχε φύγει από την αρμόδια υπηρεσία. Το φιάσκο κατέληξε στην αύξηση του κόστους ενός προγράμματος εκσυγχρονισμού των πυρηνικών κεφαλών κατά 69 εκατ. δολάρια (50,33 εκατ. ευρώ).

Αν το ρεύμα κοπεί για παρατεταμένη περίοδο, η κληρονομιά της ανθρωπότητας θα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον σκληρό δίσκο, την τεχνολογία που αυτή τη στιγμή επιτελεί τον ρόλο της ηλεκτρονικής μνήμης της κοινωνίας μας. Τα πάντα, από τις τελευταίες σαρώσεις γονιδιωμάτων ως τα κυβερνητικά και τραπεζικά αρχεία ή τις προσωπικές μας πληροφορίες, είναι αποθηκευμένα σε σκληρούς δίσκους, οι περισσότεροι εκ των οποίων βρίσκονται σε αίθουσες γεμάτες με ηλεκτρονικούς υπολογιστές γνωστές ως κέντρα δεδομένων.

Οχι τόσο σκληρός για να πεθάνει...
Οι σκληροί δίσκοι δεν προορίζονταν ποτέ για μακροχρόνια αποθήκευση εφόσον δεν έχουν υποβληθεί σε τεστ για την εκτίμηση της διάρκειας ζωής τους όπως τα CD. Κανένας δεν μπορεί να ξέρει πόσο θα κρατήσουν. ΟΚέβιν Μιούρελ, μέλος της διοίκησης του Εθνικού Μουσείου Πληροφορικής της Βρετανίας, άνοιξε πρόσφατα ξανά έναν σκληρό δίσκο των 456 megabyte ο οποίος είχε τεθεί εκτός λειτουργίας στις αρχές της δεκαετίας του 1980.«Δεν δυσκολευτήκαμε καθόλου να πάρουμε τα δεδομένα» λέει.

Οι σύγχρονοι σκληροί δίσκοι όμως μπορεί να μην έχουν τόσο καλές επιδόσεις. Η πυκνότητα αποθήκευσης σε αυτούς είναι σήμερα μεγαλύτερη των 200 gigabits ανά τετραγωνική ίντσα και αυξάνεται ταχέως. Αν και διαθέτουν εξελιγμένα συστήματα για να αντισταθμίζουν την κατάρρευση μικρών τμημάτων τους, σε γενικές γραμμές όσο περισσότερα bits δεδομένων στριμώχνει κανείς σε ένα υλικό τόσο περισσότερα θα χάσει αν ένα τμήμα του φθαρεί ή καταστραφεί. Επιπλέον μια διαδικασία φθοράς η οποία δεν θα επηρέαζε ιδιαίτερα ένα μεγάλης κλίμακας τμήμα μπορεί να καταστρέψει ολοσχερώς ορισμένα τμήματα μικρότερης κλίμακας.«Ολα είναι ανοιχτά με τους σύγχρονους δίσκους. Δεν θα ξέρουμε προτού περάσουν 20 χρόνια»λέει ο κ. Μιούρελ.

Τα πιο σημαντικά δεδομένα αποθηκεύονται σε εφεδρικά αντίγραφα σε μέσα όπως οι μαγνητοταινίες ή οι οπτικοί δίσκοι. Δυστυχώς πολλά από αυτά τα μέσα δεν μπορούν να διαρκέσουν ούτε πέντε χρόνια, λέει οΤζο Ιράσι, ο οποίος μελετά την αξιοπιστία των ψηφιακών μέσων στο Καναδικό Ινστιτούτο Συντήρησης της Οτάβα. Τα τεστ «ταχείας γήρανσης» που διενεργεί δείχνουν ότι οι πιο σταθεροί οπτικοί δίσκοι είναι τα εγγράψιμα CD με μια στρώση χρυσού και μια στρώση βαφής φθαλοκυανίνης.«Αν προτιμήσετε αυτόν τον δίσκο και τον γράψετε καλά,νομίζω ότι μπορεί να κρατήσει 100 χρόνια»λέει.«Αν προτιμήσετε κάτι άλλο,υπολογίστε πέντε ως δέκα χρόνια».

Φλασάκια μιας χρήσεως
Τα όλο και πιο διαδεδομένα «φλασάκια» μνήμης είναι ακόμη λιγότερο ανθεκτικά. Το πόσο μπορούν να διατηρήσουν τα δεδομένα δεν είναι βέβαιο, εφόσον δεν έχουν γίνει ανεξάρτητα τεστ, ένας κατασκευαστής όμως προειδοποιεί τους χρήστες να μην τα εμπιστεύονται για περισσότερο από δέκα χρόνια. Αν και μερικές νέες τεχνολογίες μνήμης μπορούν να είναι πιο σταθερές από τα φλας, το ενδιαφέρον εστιάζεται περισσότερο στην ενίσχυση της ταχύτητας και της χωρητικότητας παρά στη σταθερότητα. Βεβαίως οι συνθήκες αποθήκευσης των μέσων μπορεί να αποβούν πιο σημαντικές από τη σταθερότητά τους: οι δίσκοι που διατηρούνται σε ξηρό και δροσερό περιβάλλον αντέχουν πολύ περισσότερο από εκείνους που εκτίθενται στη ζέστη και στην υγρασία. Λίγα κέντρα δεδομένων έχουν όμως σχεδιαστεί ώστε να διατηρή σουν αυτές τις συνθήκες για πολύ καιρό αν το ρεύμα κοπεί. Πολλά βρίσκονται σε συμβατικά κτίρια, σε περιοχές ευάλωτες στις πλημμύρες ή στους σεισμούς. Και αν ο πολιτισμός καταρρεύσει, ποιος ξέρει τι χρήσεις θα βρουν οι στερημένοι από πόρους επιζήσαντες για τους παλιούς σκληρούς δίσκους;

Σαυροφωλιές και μαγνητοταινίες
Η φυσική επιβίωση των αποθηκευμένων δεδομένων αποτελεί παρ΄ όλα αυτά μόνο την αρχή του προβλήματος της ανάσυρσής τους, όπως ανακάλυψαν πρόσφατα οΝτένις Γουίνγκο και οΚιθ Κάουινγκ. Οι δύο ειδικοί είναι επικεφαλής ενός προγράμματος του Κέντρου Ερευνών Εϊμς της ΝΑSΑ για την ανάσυρση υψηλής ανάλυσης εικόνων από παλιές μαγνητοταινίες που περιέχουν τα δεδομένα που έστειλαν οι πέντε αποστολές Lunar Οrbiter τη δεκαετία του 1960, εποχή κατά την οποία μπορούσαν να ανασυρθούν μόνο εικόνες χαμηλής ανάλυσης. Οι ταινίες είχαν διατηρηθεί σε άψογη κατάσταση.«Είναι θαύμα,με βάση την εμπειρία μου από αντίστοιχες εμπορικές ταινίες εκείνης της εποχής»λέει ο κ. Γουίνγκο.



Ολα μοιάζουν τόσο τακτοποιημένα στη ζωή μας.
Τί απ΄ αυτά όμως θα μπορούσε να γλυτώσει αν κάτι πάει στραβά;

Για να ανασύρουν όμως τα δεδομένα από αυτές οι ειδικοί έπρεπε κατ΄ αρχήν να επανεγκαταστήσουν τις παλιές θύρες μαγνητοταινιών τις οποίες είχε φυλάξει ένας παλιός υπάλληλος της ΝΑSΑ. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση, λέει ο κ. Γουίνγκο.«Μέσα σε μία από αυτές είχε κάνει τη φωλιά της μια σαύρα». Οταν άρχισαν να ανασύρουν τα δεδομένα, η μετατροπή τους σε κάποια χρήσιμη μορφή κατέστη δυνατή μόνο αφού μια τρίμηνη αναζήτηση έφερε στο φως ένα έγγραφο με τις εξισώσεις «αποδιαμόρφωσης».

Αν σήμερα ειδικοί με άφθονη χρηματοδότηση χρειάζονται πολλούς μήνες για να ανασύρουν δεδομένα από καλοδιατηρημένες μαγνητοταινίες, φανταστείτε τις δυσκολίες που θα αντιμετωπίσουν όσοι θα επιζήσουν στη μετά την καταστροφή εποχή. Ακόμη και αν υποθέσουμε ότι έχουν άφθονους υπολογιστές για την ανάγνωση σκληρών δίσκων, το έργο θα είναι δύσκολο. Μεγάλο μέρος δεδομένων στις μέρες μας είναι κρυπτογραφημένο ή μπορεί να διαβαστεί μόνο από εξειδικευμένα προγράμματα. Ακόμη και σε ένα κέντρο δεδομένων που έχει μείνει άθικτο για 20 ή 30 χρόνια κάποιοι δίσκοι θα πρέπει να διαλυθούν για να ανασυρθούν τα δεδομένα τους, επισημαίνει οΡόμπερτ Γουίντερ , μηχανικός της βρετανικής εταιρείας ανάσυρσης δεδομένων Κroll που το 2003 είχε διασώσει τα δεδομένα ενός σκληρού δίσκου από το διαστημικό λεωφορείο «Columbia».

Πράγματι, η ανάσυρση δεδομένων, αν κάτι πάει στραβά, μπορεί να είναι δύσκολη ακόμη και στον σημερινό πλήρως ηλεκτροδοτούμενο κόσμο. Πέρυσι, για παράδειγμα, η Μicrosoft χρειάστηκε πολλές εβδομάδες για να ανασύρει τα προσωπικά δεδομένα των χρηστών των κινητών τηλεφώνων Sidekick ύστερα από κάποια δυσλειτουργία.

Ποιος θα ξαναχτίσει τον πολιτισμό;
Μετά την καταστροφή η έλλειψη πόρων- σε ανθρώπους, τεχνογνωσία, εξοπλισμό- μπορεί να αποτελέσει πολύ μεγαλύτερο εμπόδιο από ό,τι η φυσική απώλεια των δεδομένων. Η επανεκκίνηση ενός βιομηχανικού πολιτισμού μπορεί να είναι πολύ δυσκολότερη αυτή τη φορά επειδή έχουμε χρησιμοποιήσει το μεγαλύτερο μέρος των εύκολα διαθέσιμων πόρων, από το πετρέλαιο ως τα μεταλλεύματα.

Θα έχει πραγματικά σημασία η απώλεια των δεδομένων που έχουν αποθηκευθεί σε σκληρούς δίσκους; Στο κάτω κάτω μεγάλο μέρος των όσων έχουμε κληρονομήσει από παλαιότερους πολιτισμούς έχει μικρή πρακτική αξία: η Δέλτος της Αφροδίτης του Αμί-Σαντούγκα, για παράδειγμα, περιέχει στο μεγαλύτερο μέρος της αστρολογικές ασυναρτησίες. Κατά τον ίδιο τρόπο πολλά από αυτά που καταλαμβάνουν τον χώρο των ηλεκτρονικών δικτύων του πλανήτη, από τα online καταστήματα ως τα τελευταία βίντεο των διασημοτήτων, φαίνονται αναλώσιμα.

Ακόμη και η αξία πολλών επιστημονικών δεδομένων είναι αμφισβητήσιμη. Τι χρησιμότητα θα έχει, για παράδειγμα, να γνωρίζει κανείς την αλληλουχία του ανθρώπινου γονιδιώματος χωρίς την τεχνολογία και την τεχνογνωσία που απαιτούνται για την εκμετάλλευση αυτής της γνώσης; Καθώς ορισμένα επιστημονικά πειράματα αυτή τη στιγμή παράγουν απίστευτες ποσότητες δεδομένων, η διατήρηση ολόκληρου του όγκου τους είναι ήδη δύσκολη. Η τεράστια ποσότητα του υλικού θα αποτελέσει πρόβλημα για όποιον προσπαθεί να ανασύρει οτιδήποτε θεωρεί σημαντικό: ενώ είναι σχετικά εύκολο να βρει κανείς ένα βιβλίο που ψάχνει σε μια βιβλιοθήκη, συνήθως δεν υπάρχει τρόπος να γνωρίζει τι έχει μέσα ένας σκληρός δίσκος αν δεν τον επανεκκινήσει.

Δημοφιλή και άχρηστα
Επιπλέον αυτά που θα επιζήσουν περισσότερο από τη σημερινή ψηφιακή εποχή δεν θα είναι απαραίτητα τα πιο σημαντικά. Οσο πιο πολλά αντίγραφα έχει ένα δεδομένο τόσο περισσότερες είναι οι πιθανότητες επιβίωσης, ανακάλυψης και ανάσυρσής του. Ορισμένα δεδομένα αντιγράφονται πολύ επειδή είναι χρήσιμα, όπως π.χ. τα λειτουργικά συστήματα, για τα περισσότερα όμως η αντιγραφή βασίζεται στη δημοτικότητά τους.

Αυτό σημαίνει ότι οι ψηφιακές εκδοχές της ποπ μουσικής και ορισμένων ταινιών μπορούν να επιζήσουν για πολλές δεκαετίες. Οι Αbba μπορεί να βρίσκονται ξανά στα τσαρτ τον 22ο αιώνα. Υπάρχουν όμως πολύ λιγότερα αντίγραφα των εγχειριδίων και των οδηγιών χρήσεως που περιλαμβάνουν την εξειδικευμένη γνώση που θα είναι η πιο σημαντική για εκείνους που θα προσπαθήσουν να ανοικοδομήσουν τον πολιτισμό, όπως το πώς μπορεί κανείς να εκκαμινεύσει τον σίδηρο ή να φτιάξει αντιβιοτικά.

Ισως η πιο καθοριστική απώλεια να επέλθει τελικά ύστερα από μισό αιώνα, όταν οι επιζήσαντες μηχανικοί, επιστήμονες και γιατροί θα αρχίσουν να υποκύπτουν στα γηρατειά. Οι ικανότητες και η τεχνογνωσία τους μπορεί να κάνουν τη διαφορά όταν χρειάζεται κανείς να βρει ζωτικές πληροφορίες ή να θέσει ξανά σε λειτουργία απαραίτητα μηχανήματα. Οι θύρες των μαγνητοταινιών της ΝΑSΑ, για παράδειγμα, αποκαταστάθηκαν με τη βοήθεια ενός συνταξιούχου μηχανικού ο οποίος είχε δουλέψει σε παρόμοια συστήματα. Χωρίς αυτόν η ανάσυρση των δεδομένων θα είχε καθυστερήσει πολύ περισσότερο, λέει ο κ. Κάουινγκ.

Η υπεροχή του χαρτιού
Περίπου έναν αιώνα μετά τη μεγάλη καταστροφή ελάχιστα από την ψηφιακή εποχή θα εξακολουθούν να υπάρχουν πέρα από αυτά που είναι γραμμένα σε χαρτί.«Ακόμη και το χειρότερης ποιότητας χαρτί μπορεί να διαρκέσει περισσότερο από 100 χρόνια» λέει ηΣίζον Τσε, ειδικής στη συντήρηση χαρτιού στο Καναδικό Ινστιτούτο Συντήρησης. Το αρχαιότερο διασωθέν βιβλίο τυπωμένο σε χαρτί χρονολογείται από το 868 μ.Χ., επισημαίνει. Βρέθηκε σε μια σπηλιά στη Βορειοδυτική Κίνα το 1907.



Κάθε ψηφιακό μέσο έχει και τον δικό του χρόνο ζωής.
Το CD φαίνεται να αντέχει περισσότερο, ενώ τα φλασάκια μνήμης διαρκούν όσο ένα... φλας

Αν τα βιβλία δεν χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα ή χαρτί τουαλέτας, θα διαρκέσουν για αρκετές εκατοντάδες χρόνια, εύθραυστα και ξεθωριασμένα, αλλά πάντοτε αναγνώσιμα. Και πάλι ωστόσο τις περισσότερες πιθανότητες επιβίωσης έχουν τα πιο δημοφιλή. Φανταστείτε να διακινδυνεύσετε τη ζωή σας εξερευνώντας επικίνδυνα ερείπια εις αναζήτηση της αρχαίας σοφίας, για να βρεθείτε τελικά μπροστά σε έναν από καιρό θαμμένο σωρό από τεύχη του «Ρlayboy». Μπορούμε να προετοιμαστούμε;

Η παρούσα στρατηγική για να διατηρήσει κανείς σημαντικά δεδομένα είναι να αποθηκεύσει πολλά αντίγραφα σε διαφορετικά μέρη, καμιά φορά και σε διαφορετικά μέσα. Ετσι μπορεί να τα προστατεύσει από εντοπισμένες καταστροφές όπως οι τυφώνες ή οι σεισμοί, αλλά όχι μακροπρόθεσμα. «Πραγματικά δεν υπάρχει ψηφιακό πρότυπο στο οποίο μπορεί να υπολογίζει κανείς για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα αν υποτεθεί ότι ο πολιτισμός μας πάψει να λειτουργεί»λέει οΑλεξάντερ Ρόουζ, επικεφαλής του Ιδρύματος Long Νow, ενός οργανισμού ο οποίος προωθεί τη μακροπρόθεσμη σκέψη.

Σε έναν βαθμό το πρόβλημα οφείλεται στο ότι δεν υπάρχει αγορά για την αιωνιότητα. Οι προτάσεις για την κατασκευή ενός χάρτινου μέσου το οποίο θα μπορούσε να αποθηκεύσει ψηφιακά δεδομένα επί αιώνες χρησιμοποιώντας σύμβολα παρόμοια με τα bar codes έχουν πέσει στο κενό εξαιτίας της έλλειψης εμπορικού ενδιαφέροντος και των δυσκολιών που συναντώνται στην επίτευξη μιας ικανοποιητικής συμπύκνωσης των δεδομένων.

Ισως το μόνο μέσο το οποίο θα μπορούσε να ανταγωνιστεί το χαρτί στη σταθερότητα και τα ψηφιακά μέσα στη συμπύκνωση είναι ο δίσκος Rosetta. Ο πρώτος του είδους κατασκευάστηκε το 2008 και περιλαμβάνει περιγραφές και κείμενα 1.000 γλωσσών. Οι δίσκοι αυτοί είναι από νικέλιο και χαράσσονται με γράμματα τα οποία ξεκινούν σε κανονικό μέγεθος και γρήγορα γίνονται μικροσκοπικά. Με χαρακτήρες που μπορούν να διαβαστούν αν μεγεθυνθούν 1.000 φορές ο κάθε δίσκος μπορεί να περιέχει 30.000 σελίδες κειμένου ή εικόνων. Το Ινστιτούτο Long Run εξετάζει τη δημιουργία μιας ψηφιακής εκδοχής με τη χρήση μιας μορφής bar code.

Αν είχαμε έναν τρόπο να αποθηκεύσουμε ψηφιακά δεδομένα μακροπρόθεσμα, το επόμενο ερώτημα θα ήταν τι θα διατηρήσουμε και πώς θα το φυλάξουμε με τρόπο ώστε να είναι ασφαλές αλλά και να μπορεί κανείς να το ανακαλύψει εύκολα στο μέλλον.

© 2010 Νew Scientist Μagazine, Reed Βusiness Ιnformation Ltd.

Πηγή: RC-CAFE
Αναδημοσίευση από gewponoi.com
read more “Το τέλος της γνώσης;”

Πέμπτη 8 Ιουλίου 2010

Θεέ μου! θέλω να με κάνεις.....τηλεόραση!!!

Ἔκθεση ἀπὸ μαθητὴ τοῦ δημοτικοῦ μὲ θέμα: «Τὶ νὰ ζητήσω ἀπὸ τὸν Θεό».

"Θεέ μου, απόψε σου ζητάω κάτι που το θέλω πάρα πολύ. Θέλω να με κάνεις τηλεόραση!
Θέλω να πάρω τη θέση της τηλεόρασης που είναι στο σπίτι μου. Να έχω το δικό μου χώρο Να έχω την οικογένειά μου γύρω από μένα. Να με παίρνουν στα σοβαρά όταν μιλάω. Θέλω να είμαι το κέντρο της προσοχής και να με ακούνε οι άλλοι χωρίς διακοπές. και ερωτήσεις. Θέλω να έχω την ίδια φροντίδα που έχει η τηλεόραση όταν δεν λειτουργεί Όταν είμαι τηλεόραση, θα χω την παρέα του πατέρα μου όταν έρχεται σπίτι από τη δουλειά, ακόμα κι αν είναι κουρασμένος.

Και θέλω τη μαμά μου να με θέλει όταν είναι λυπημένη και στενοχωρημένη, αντί να με αγνοεί. Θέλω τ΄αδέλφια μου να μαλώνουν για το ποιος θα περνάει ώρες μαζί μου. Θέλω να νοιώθω ότι η οικογένειά μου αφήνει τα πάντα στην άκρη, πότε-πότε, μόνο για να περάσει λίγο χρόνο με μένα. Και το τελευταίο, κάνε με έτσι ώστε να τους κάνω όλους ευτυχισμένους και χαρούμενους. Θεέ μου, δε ζητάω πολλά. Θέλω μόνο να γίνω σαν μια τηλεόραση!"

Η δασκάλα που την διάβασε (καθώς τη βαθμολογούσε) την έκανε να κλάψει.
Ο σύζυγός της που μόλις είχε μπει στο σπίτι, τη ρώτησε: "τι συμβαίνει;"
Αυτή απάντησε: "Διάβασε αυτή την έκθεση, την έχει γράψει ένας μαθητής μου".
Ο σύζυγος είπε: "Το καημένο το παιδί. Τι αδιάφοροι γονείς που είναι αυτοί!"

Τότε αυτή τον κοίταξε και είπε: "Αυτή η έκθεση είναι του γιου μας!.."

Πηγή: http://www.flickr.com/photos/perivleptos/4750848633/
read more “Θεέ μου! θέλω να με κάνεις.....τηλεόραση!!!”

Τρίτη 6 Ιουλίου 2010

Ειδικές αισθήσεις: η τέχνη του να βλέπεις χωρίς όραση.

Είναι μια περίεργη εικόνα: ένας μεσήλικας, γερμένος μπροστά, ζωγραφίζει πίνακες με τοπία και πρόσωπα και φιγούρες ζώων σε μια ειδική πινακίδα που ισορροπεί επάνω σε ένα μαξιλάρι που ακουμπάει στο στομάχι του.

Mισή ντουζίνα άνθρωποι τον περιτριγυρίζουν. Ένας από αυτούς τοποθετεί μια πετσέτα κάτω από τον αυχένα του για να νιώθει πιο άνετα και κάποιος άλλος χειρίζεται ένα χρονόμετρο και δίνει οδηγίες του τύπου 'άρχισε να κάνεις αυτό' ή ΄σταμάτησε να το κάνεις' ενώ ένας τρίτος μεταφράζει τις οδηγίες στα τούρκικα. Μια μικρή ομάδα συνεδριάζει σε μια γωνία και παρακολουθεί τις διαδικασίες. Κάποιοι στέκονται απλά εκεί γύρω και παρατηρούν προσπαθώντας να μη μπαίνουν στη μέση. Η περίπλοκη αυτή τελετή περιγράφει την προετοιμασία για μια εγκεφαλική απεικόνιση και οι ερευνητές φροντίζουν ώστε να γίνουν όλα σωστά. Εντωμεταξύ, ο άντρας που βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής, ένας τυφλός ζωγράφος, λέει αστεία και κάνει τους πάντες να χαμογελάνε.

Ο ζωγράφος είναι ο Esref Armagan. Και βρίσκεται στη Βοστόνη για να διαπιστωθεί εάν μια ματιά μέσα στον εγκέφαλό του μπορεί να εξηγήσει το πώς ένας άνθρωπος που δεν έχει ποτέ του δει, μπορεί να ζωγραφίζει εικόνες που οι άνθρωποι που βλέπουν μπορούν εύκολα να τις αναγνωρίσουν και ακόμα να τις θαυμάσουν. Ζωγραφίζει σπίτια και βουνά και λίμνες και πρόσωπα και πεταλούδες, αλλά ποτέ του δεν έχει δει τίποτε απ' όλα αυτά. Απεικονίζει χρώματα, σκιές και προοπτική, αλλά δεν είναι ξεκάθαρο με ποιον τρόπο έγινε μάρτυρας αυτών των σκηνών. Πως μπορεί και το κάνει;
Διότι, εάν ο Armagan μπορεί να αναπαριστά εικόνες με τον ίδιο τρόπο που μπορεί να το κάνει ένα άτομο που διαθέτει όραση, εγείρονται σημαντικά ερωτήματα όχι μόνο σχετικά με το πώς οι εγκέφαλοί μας οικοδομούν νοητικές εικόνες, αλλά επίσης αναφορικά με τον ρόλο που παίζουν οι εικόνες αυτές στην όρασή μας. Σχηματίζουμε νοητικές εικόνες μόνο με τη χρήση των ματιών μας ή συμμετέχουν και άλλες αισθήσεις στις εικόνες αυτές; Πόσα πολλά καταλαβαίνουν οι εκ γενετής τυφλοί για τον χώρο και την διάταξη των αντικειμένων που βρίσκονται σ' αυτόν; Πόσο μπορεί να 'δει' ένας τυφλός άνθρωπος;

Ο Armagan γεννήθηκε πριν από 55 χρόνια σε μια από τις φτωχότερες γειτονιές της Κωνσταντινούπολης. Το ένα από τα δυο του μάτια δεν μπόρεσε να αναπτυχθεί λόγω ατροφικού βλαστού και το άλλο είναι μικροσκοπικό και γεμάτο ουλές. Δεν είναι δυνατό να μάθουμε εάν είχε κάποιου είδους όραση όταν ήταν νήπιο, αλλά σίγουρα δεν κατάφερε ποτέ να δει φυσιολογικά και αυτή τη στιγμή ο εγκέφαλός του δεν μπορεί πλέον να ανιχνεύσει το φως. Λίγα από τα παιδιά της γειτονιάς του κατάφεραν να έχουν στοιχειώδη εκπαίδευση και όπως αυτά, ο Esref πέρασε τα πρώτα του χρόνια παίζοντας στους δρόμους. Αλλά η τυφλότητά του τον απομόνωσε και για να περνάει τον χρόνο του ξεκίνησε να σχεδιάζει. Στην αρχή απλώς έγδερνε τη σκόνη. Αλλά μέχρι την ηλικία των 6 είχε αρχίσει να χρησιμοποιεί μολύβι και χαρτί. Στα 18 του χρόνια ξεκίνησε να ζωγραφίζει με τα δάχτυλά του, πρώτα σε χαρτί, και μετά σε καμβά με λαδομπογιές. Στα 42 του χρόνια ανακάλυψε τα ακρυλικά χρώματα που στεγνώνουν γρήγορα.

Οι ζωγραφιές του είναι αφοπλιστικά ρεαλιστικές. Και οι ικανότητές του είναι αξιοσέβαστες. "Για δεκαετίες έχω κάνει εξετάσεις σε τυφλούς ανθρώπους," δηλώνει ο John Kennedy, ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο, "και δεν έχω δει ποτέ τέτοιο επίτευγμα." Η πρώτη ευκαιρία που είχε ο Kennedy να συναντήσει και να εξετάσει προσωπικά τον Armagan ήταν στη διάρκεια μιας επίσκεψής του στη Νέα Υόρκη τον Μάιο του 2004, όπου είχε έρθει σε ένα φόρουμ που είχε οργανωθεί από μια ομάδα που λεγόταν 'Εκπαίδευση στις Τέχνες για τους Τυφλούς' (Art Education for the Blind). Ο Armagan, που είναι κάτι σαν διασημότητα στην Τουρκία, είχε προσκαλεστεί για περιοδείες στην Τσεχία, στην Κίνα, στην Ιταλία και στην Ολλανδία. Αλλά αυτό που έκανε τη συγκεκριμένη επίσκεψή του διαφορετική ήταν το ενδιαφέρον που έδειξαν κάποιοι επιστήμονες και ιδιαίτερα ο Kennedy και μια ομάδα από τη Βοστόνη.

Ο Kennedy πέρασε τον Armagan από μια σειρά δοκιμασιών. Για παράδειγμα, του παρουσίασε στερεά σώματα που μπορούσε να νιώσει, όπως έναν κύβο, έναν κώνο και μια μπάλα, όλα σε μια σειρά (που αποκαλείται το 'τεστ των τριών βουνών' 'three mountains task') και του ζήτησε να τα ζωγραφίσει. Στη συνέχεια του ζήτησε να τα ζωγραφίσει από διάφορες άλλες γωνίες σε σχέση με το τραπέζι και διαφορετικές θέσεις του σώματός του (σα να τα κοιτάει από ψηλά ή από χαμηλά, κ.λπ.). Του ζήτησε ακόμα να ζωγραφίσει σχέδια που η προοπτική τους ήταν δύσκολο να αναπαρασταθεί ακόμα και από ανθρώπους που μπορούν να δουν. Και όταν του ζήτησε να σχεδιάσει έναν κύβο και μετά να τον περιστρέψει προς τα αριστερά και μετά ακόμα περισσότερο προς τα αριστερά, ο Armagan κατάφερε να ζωγραφίσει μια σκηνή με τις τρεις αυτές απεικονίσεις του κύβου. Με εντυπωσιακό τρόπο, τους ζωγράφισε με προοπτική τριών σημείων, επιδεικνύοντας μια τέλεια σύλληψη του πως οι οριζόντιες και οι κάθετες γραμμές συγκλίνουν σε κάποια φανταστικά σημεία σε μια απόσταση. "Η ανάσα μου είχε κοπεί," εξομολογείται ο Kennedy.

Ο Kennedy έχει ασχοληθεί πολλά χρόνια με την έρευνα της τέχνης στους τυφλούς ανθρώπους. Έχει διαπιστώσει πως οι άνθρωποι που είναι εκ γενετής τυφλοί καταλαβαίνουν τις γραμμές του περιγράμματος όταν τις αισθάνονται, όπως γίνεται και με τους ανθρώπους που έχουν όραση. Καταλαβαίνουν και μπορούν να κάνουν σχέδια σε τρεις διαστάσεις. Έχει βρει, πως τα τυφλά παιδιά μπορούν να αναπτύξουν την ικανότητα να σχεδιάζουν όσο μπορούν και τα παιδιά που βλέπουν, αλλά είναι λίγα τα τυφλά παιδιά που τους δίνεται η ευκαιρία να εξερευνήσουν αυτή τους τη δυνατότητα. Ακόμα και η γνώση για την προοπτική, όπως κατέληξε να θεωρεί, μπορεί να αποκτηθεί και από τα παιδιά αυτά. "Όταν ένας άνθρωπος που έχει όραση κοιτάζει προς κάτι, ο τυφλός άνθρωπος το πλησιάζει και το εξερευνά νιώθοντάς το κι έτσι ανακαλύπτουν τα ίδια πράγματα," δηλώνει ο Kennedy. "Η γεωμετρία της κατεύθυνσης είναι κοινή τόσο για την όραση όσο και για την αφή."

Γραμμές και μονοκονδυλιές
Είναι η νύχτα πριν από την πρώτη εγκεφαλική απεικόνιση που θα κάνει η ομάδα της Βοστόνης. Ο Armagan κάθεται σε ένα μακρύ τραπέζι σε ένα πανδοχείο διασκεδάζοντας τους πάντες με μονοκονδυλιές προσπαθώντας να εξηγήσει με ποιον τρόπο εξασκεί την τέχνη του. Ο Alvaro Pascual Leone, ο νευρολόγος του Χάρβαρντ που τον προσκάλεσε, και ο Amir Amedi, ο συνάδελφός του, τον προκαλούν για να κάνει όλο και πιο περίπλοκα έργα. Να σχεδιάσει έναν δρόμο που να οδηγεί προς κάπου μακριά και που να έχει πασσάλους σε κάθε του πλευρά και με μια πηγή φωτός κάτω από καθέναν, του ζητάει ο Pascual Leone. Ο Armagan χαμογελάει με αυτοπεποίθηση.
Χρησιμοποιεί μια ειδική πινακίδα με επίστρωση καουτσούκ. Αυτή η πινακίδα του επιτρέπει να σχεδιάζει γραμμές που μπορούν να ανιχνευτούν από τις άκρες των δακτύλων του ως μικροσκοπικές πτυχώσεις στην επιφάνειά της. Κι έτσι σχεδιάζει τον δρόμο και τους πασσάλους. Με το ένα χέρι κρατάει το μολύβι και με το άλλο ανιχνεύει αυτό που έχει σχεδιάσει, σα να έχει αναπληρωματικά μάτια που 'παρατηρούν' την εικόνα καθώς αυτή εξελίσσεται. Μετά από περίπου ένα λεπτό, η ζωγραφιά έχει γίνει. Ο Pascual Leone και ο Amedi γέρνουν το κεφάλι τους με θαυμασμό.

Έτσι, ρωτούν τον Armagan, πως ξέρει πόσο μακριά πρέπει να βρίσκονται οι πάσσαλοι καθώς υποχωρούνε προς τα πίσω; Απαντάει, πως του το έχουνε διδάξει. Όχι κάποιος κανονικός δάσκαλος, αλλά τα συνηθισμένα σχόλια από φίλους και γνωστούς. Πως ξέρει για τις σκιές; Το έμαθε κι αυτό. Εξομολογείται, πως για πολύ καιρό πίστευε πως εάν ένα αντικείμενο ήταν κόκκινο, η σκιά του θα ήταν επίσης κόκκινη. "Αλλά μου είπαν πως δεν είναι," συμπληρώνει. Και πως γνωρίζεις για το κόκκινο; Γνωρίζει πως υπάρχει μια σημαντική οπτική ποιότητα που χαρακτηρίζει τα αντικείμενα που έχουν κόκκινο χρώμα και πως ποικίλει από αντικείμενο σε αντικείμενο. Έχει απομνημονεύσει το ποιο χρώμα έχει κάθε αντικείμενο και τον συνδυασμό των χρωμάτων.

Σάρωση στο μάτι του εγκεφάλου
Την επόμενη ημέρα είχε έρθει η στιγμή για να μπει ο Armagan στον σαρωτή. Οι επιστήμονες του Harvard συνεργάστηκαν με ειδικούς της σάρωσης από το πανεπιστήμιο της Βοστόνης. Εκτός από το να πάρουν μια δομική απεικόνιση του εγκεφάλου του Armagan και να διαπιστώσουν εάν μπορεί να λάβει κάποια ποσότητα φωτός (διαπίστωσαν πως δεν μπορεί), οι πειραματιστές θα τον βάλουν να κάνει κάποιες περίεργες σειρές από δοκιμασίες. Θα έχει έναν δοσμένο αριθμό δευτερολέπτων για να νιώσει ένα αντικείμενο, να το φανταστεί και να το σχεδιάσει. Του έχουν επίσης ζητήσει να μουτζουρώσει, να προσποιηθεί ότι νιώθει ένα αντικείμενο και να ανακαλέσει μια λίστα από αντικείμενα που γνώρισε κάποιες προηγούμενες ημέρες.

Ο Pascual Leone και ο Amedi θέλουν να δούνε τι συμβαίνει στον εγκέφαλο του Armagan αναφορικά με την νευρωνική ευπλαστότητα. Και οι δυο επιστήμονες έχουν στοιχεία πως σε απουσία της όρασης, ο οπτικός φλοιός, το μέρος εκείνο του εγκεφάλου που 'αντιλαμβάνεται' τις πληροφορίες που προσλαμβάνουμε με τα μάτια, δεν βρίσκεται σε απραξία. Ο Pascual Leone ανακάλυψε πως οι πολύ καλοί αναγνώστες της μεθόδου Braille, στρατολογούν τον οπτικό φλοιό για την αφή. Ο Amedi, μαζί με τον Ehud Zohary στο Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ, βρήκαν πως η περιοχή ενεργοποιείται επίσης σε έργα λεκτικής μνήμης.

Όταν όμως ο Amedi ανέλυσε τα αποτελέσματα, βρήκε πως ο οπτικός φλοιός του Armagan ενεργοποιήθηκε κατά τη διάρκεια των έργων σχεδίασης, αλλά μόλις που έδειξε κάποια ενεργοποίηση στην λεκτική ανάκληση. Το γεγονός αυτό τον ξάφνιασε. "Το να αποκτήσει κανείς τέτοια τρομερή ευπλαστότητα για τη σχεδίαση και καθόλου ευπλαστότητα για τη λεκτική μνήμη και τη γλώσσα, είναι ένα πολύ σημαντικό αποτέλεσμα", σχολίασε. Υποψιάζεται, πως σε κάποιο βαθμό, το πώς αναπτύσσονται οι μη χρησιμοποιούμενες οπτικές περιοχές εξαρτάται από το ποιος είσαι και τι χρειάζεσαι από τον εγκέφαλό σου.

Ακόμα πιο ενδιαφέρον ήταν ο τρόπος με τον οποίο η σχεδίαση ενεργοποίησε τον οπτικό φλοιό του Armagan. Έχει πλέον αποδειχθεί πως όταν οι άνθρωποι που βλέπουν προσπαθούν να φανταστούν πράγματα όπως πρόσωπα, σκηνές, χρώματα, αντικείμενα που μόλις πριν από λίγο κοίταξαν, δεσμεύουν τα ίδια μέρη του οπτικού φλοιού που χρησιμοποιούν όταν βλέπουν, μόνο που αυτό το κάνουν σε έναν αρκετά μικρότερο βαθμό. Η δημιουργία τέτοιων νοητικών εικόνων μοιάζει πολύ με την όραση, αν και δεν είναι τόσο έντονη. Όταν ο Armagan φαντάστηκε πράγματα που είχε πιάσει, μέρη του οπτικού του φλοιού είχαν επίσης ελαφρώς ενεργοποιηθεί. Αλλά όταν σχεδίαζε, ο οπτικός του φλοιός παρουσίαζε ενεργοποίηση σαν ενός ανθρώπου που βλέπει. Στην πραγματικότητα, λέει ο Pascual Leone, ένας ανύποπτος που θα έβλεπε την εγκεφαλική σάρωση του Armagan, θα νόμιζε πως μπορεί να δει στ' αλήθεια.

Αυτό το αποτέλεσμα θίγει ένα άλλο μεγάλο φιλοσοφικό ζήτημα: τι ακριβώς σημαίνει 'βλέπω'; Ακόμα και χωρίς την ικανότητα της ανίχνευσης του φωτός, ο Armagan φτάνει εντυπωσιακά κοντά σ' αυτό, παραδέχεται ο Pascual Leone. Δεν μπορούμε να ξέρουμε τι ακριβώς δημιουργείται στον εγκέφαλό του. "Αλλά οποιοδήποτε πράγμα κι αν είναι αυτό στο νου του, μπορεί να το μεταφέρει σε χαρτί έτσι ώστε μπορεί κανείς με σιγουριά να ξέρει πως είναι το ίδιο αντικείμενο που έχει νιώσει με την αφή," συμπληρώνει ο Pascual Leone. Στη δική του ζωή, επίσης, ο Armagan φαίνεται πως έχει μια εκπληκτική σύλληψη του χώρου. Σπανίως χάνεται, όπως μαρτυρεί η μάνατζέρ του, Joan Eroncel. Έχει μια αλλόκοτη αίσθηση για τις διαστάσεις ενός δωματίου. Κάποτε είχε σχεδιάσει ένα διαμέρισμα που είχε πρόσφατα επισκεφτεί και το θυμόταν τέλεια μετά από εννέα χρόνια.
Συνήθως σκεφτόμαστε για την όραση ως την εσωτερικοποίηση της αντικειμενικής πραγματικότητας μέσω των ματιών μας. Αλλά είναι έτσι; Πόσα από αυτά που νομίζουμε ότι βλέπουμε προέρχονται από έξω και πόσα από μέσα; Ο οπτικός φλοιός μπορεί να έχει έναν πολύ πιο σημαντικό ρόλο από αυτόν που αντιλαμβανόμαστε στο να δημιουργεί προσδοκίες σχετικά με αυτό που πρόκειται να δούμε, λέει ο Pascual Leone. "Το να δεις κάτι είναι μόνο τότε δυνατό, όταν γνωρίζεις τι πρόκειται να δεις," προσθέτει. Ίσως στον Armagan το κομμάτι των προσδοκιών είναι λειτουργικό, αλλά απλά δεν υπάρχουν πληροφορίες που να έρχονται απ' έξω.

Η συνηθισμένη αντίληψη υποστηρίζει πως ένας άνθρωπος δεν μπορεί να έχει ένα εσωτερικό μάτι, χωρίς να είχε ποτέ του όραση. Αλλά ο Pascual Leone πιστεύει πως ο Armagan πρέπει να έχει ένα. Ο ερευνητής έχει επιχειρηματολογήσει επί μακρόν πως θα μπορούσε κανείς να φτάσει στην ίδια νοητική εικόνα μέσω διαφορετικών αισθήσεων. Πιστεύει πως αυτό το κάνουμε όλη την ώρα, ενοποιώντας όλες τις αισθήσεις που έχουμε για ένα αντικείμενο στην νοητική εικόνα που έχουμε γι' αυτό. "Όταν βλέπουμε μια κούπα, την νιώθουμε επίσης με το νοητικό μας χέρι. Η όραση είναι τόσο να νιώθεις όσο και να βλέπεις." Αλλά επειδή η όραση είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένη και πρόσφορη για εμάς, δεν είμαστε ενήμεροι του παραπάνω γεγονότος. Κάτι, που δεν ισχύει για τον Armagan.

Πηγή: rc-cafe.blogspot.com
read more “Ειδικές αισθήσεις: η τέχνη του να βλέπεις χωρίς όραση.”

Κυριακή 4 Ιουλίου 2010

Οι πιο δημοφιλείς αστικοί μύθοι γύρω απ’ τους Rolling Stones

Στα τέλη της δεκαετίας του '60 και στις αρχές του '70 οι Rolling Stones ήταν το μεγαλύτερο συγκρότημα του κόσμου. Σε μία εποχή που δεν υπήρχε το internet και η τηλεόραση δεν είχε καμία σχέση με αυτή του σήμερα, το μόνο που δεν ακούστηκε ήταν πως οι Stones ήταν εξωγήινοι. Ο Κωσταντίνος Τσάβαλος αποκαθιστά την αλήθεια.

Λέγεται πως το 1973 ο Keith Richard προβαίνει σε μια ιδιότυπη «μεταμόσχευση» αίματος, αλλάζοντας όλο το, γεμάτο με ηρωίνη, παλιό του με «ολοκαίνουργιο» και καθαρό σε μια κλινική της Ελβετίας. Κάτι απολύτως αναμενόμενο και λογικό για έναν άνθρωπο που έκανε καλύτερα απ’ όλους πράξη το ροκ εν ρολ lifestyle. Με μια ημερήσια κατανάλωση ηρωίνης, αμφεταμινών και λυσεργικών οξέων που υπερέβαινε κατά πολύ τη μέση ημερήσια ποσότητα που θα μπορούσε ένας άλλος άνθρωπος να καταναλώσει, κάπου στα τέλη του 1972 χτύπησε το καμπανάκι του κινδύνου που έλεγε «αν δεν τα κόψεις τώρα, θα πεθάνεις».
Στις αρχές του 1973 όμως που οι Stones ήταν το «Μεγαλύτερο Ροκ εν Ρολ Συγκρότημα του Πλανήτη», οποιαδήποτε νύξη περί αποχώρησής του από το ευρωπαϊκό σκέλος της περιοδείας τους, θα αποτελούσε αυτοστιγμεί προδοτική κίνηση εκ μέρους του. Ένας φίλος του του σύστησε έναν γιατρό, που όπως ισχυρίζεται κι ο επίσημος βιογράφος του, Victor Bockris, στο βιβλίο του «Keith Richards: The Biography», «πραγματοποιούσε ένα είδος αιμοδιάλυσης που διαμέσου ενός σωλήνα, κρατούσε όλες τις τοξικές ουσίες μακριά από τα υπόλοιπα αιμοσφαίρια και τα αιμοπετάλια, επιτρέποντας έτσι στο αίμα να αποβάλλει τα ναρκωτικά». Σύμφωνα με τον βιογράφο του Keith, η ανωτέρω διαδικασία έλαβε χώρα σε μια ιδιωτική κλινική στην Ελβετία το τριήμερο μεταξύ 23 και 26 Σεπτεμβρίου 1973, δηλαδή ανάμεσα από τις συναυλίες του συγκροτήματος στο Ινσμπρουκ και τη Βέρνη αντίστοιχα.
Σχετικά με τη φήμη αυτή, ο ίδιος ο κιθαρίστας είχε δηλώσει μερικά χρόνια μετά: «ήταν ένα αστείο. Είχα βαρεθεί να δίνω εξηγήσεις σχετικά με τα ναρκωτικά που έκανα και έδωσα στους δημοσιογράφους μια ιστορία που έβγαλα από το νου μου».



Τον Φεβρουάριο του 1967 οργίαζαν οι φήμες ότι στην έπαυλη του κιθαρίστα των Stones, στο Redlands, συντελούνταν, με τη συμμετοχή όλων των μελών της μπάντας, σεξουαλικά όργια με τη βοήθεια παραισθησιογόνων χαπιών και σαδομαζοχιστικών εργαλείων. Λέγεται ότι τον μήνα εκείνο η αγγλική αστυνομία εισβάλει στο σπίτι και βρίσκει τον Mick Jagger σε αλλόφρονα κατάσταση την ώρα που προσπαθεί να φάει μια σοκολάτα Mars που βρίσκεται σφηνωμένη μέσα στον κόλπο της Marianne Faithfull.
Στην πραγματικότητα βέβαια, οι αστυνομικοί δεν έκαναν έφοδο, αλλά χτύπησαν το κουδούνι και μπήκαν μέσα μόνο αφού είχαν την συγκατάθεση του Keith. Σύμφωνα δε με την αστυνομική αναφορά, ο χώρος δεν θύμιζε σε τίποτα όργιο, αλλά ένα μεγάλο σαλόνι όπου διάφοροι προσκεκλημένοι είχαν αράξει, πίνοντας το ποτό τους, ενώ τόσο ο Mick, όσο και η Marianne αρνούνται ότι είχαν επιδοθεί σε τέτοιου είδους πρακτικές.
Στην αυτοβιογραφία της, η Faithfull αναφέρει ότι «η φήμη αυτή ήταν τόσο φανταστική, που ούτε καν εμείς μπορούσαμε να τη συλλάβουμε. Ήταν μάλλον δημιουργία κάποιου άρρωστου ανδρικού μυαλού που ονειρεύεται να τον δέρνει μια δεσποτική αφέντρα. Ή η άποψη ενός κακόβουλου μπάτσου σχετικά με το τι ενδέχεται να κάνει ένα ζευγάρι μετά από κατανάλωση ναρκωτικών.»




Μετά την αποπομπή του Brian Jones από το συγκρότημα στις αρχές του 1969, οι Stones ψάχνουν απεγνωσμένα για τον αντικαταστάτη του, μια δεύτερη κιθάρα που θα μπορεί να στέκεται επάξια δίπλα σ’ αυτή του Keith. Η αρχική σκέψη του Jagger ήταν ο νεαρός κιθαρίστας των Faces, ο Ron Wood και έτσι προσπάθησε να επικοινωνήσει μαζί του ώστε να τον πάρει στους Stones.
Λέγεται ότι ο Mick πήρε τηλέφωνο τον μπασίστα των Faces, τον Ronnie Lane και του μετέφερε το αίτημα να πάρει τον Wood στους Stones, πέφτοντας πάνω στην απευθείας άρνηση του Lane με τη δικαιολογία ότι «ο Woody είναι μια χαρά εδώ που είναι». Μια άλλη εκδοχή βέβαια κάνει λόγο για μια απλή παρεξήγηση: ο Mick (ή ο πιανίστας των Stones, Ian Stewart) ζήτησαν να μιλήσουν με τον «Ronnie» κι ο συνονόματος Lane, νομίζοντας ότι η πρόταση απευθύνεται στον ίδιο, αρνήθηκε ευγενικά.
Σε μια συνέντευξη του το 2003 για το βιβλίο «According to the Rolling Stones», ο Wood ισχυρίστηκε την πρώτη εκδοχή, αν και στην επίσημη βιογραφία του «Rock on Wood», ο βιογράφος του, Terry Rawlings, τον αναφέρει να διατείνεται ότι ο Jagger τον πήρε απευθείας τηλέφωνο, αλλά ο Ron, πιστεύοντας ότι κάποιος του κάνει φάρσα, του έκλεισε το τηλέφωνο στα μούτρα, λέγοντας του «τώρα έχω δουλειά!»



Η γυναίκα του David Bowie, Angie, το 1972, πιάνει στα «πράσα» τον άντρα της με τον Mick Jagger στο κρεβάτι. Ο Mick, θέλοντας να της πει «συγγνώμη», της αφιερώνει, την επόμενη χρονιά, την ομώνυμη μπαλάντα. Το όλο σκηνικό μάλλον είναι αποκύημα της αρρωστημένης φαντασίας της –πρώην ναρκομανούς- γυναίκας του «Λεπτού Λευκού Δούκα», αγγλοκύπριας Mary Angela Barnett.
Στις 4 Μαΐου 1990, κατά τη διάρκεια της εκπομπής της Joan Rivers «The Joan Rivers Show» στην αμερικανική τηλεόραση, η Angela Bowie ισχυρίστηκε ότι «είχα πιάσει τον πρώην άντρα μου στο κρεβάτι με διάφορους άντρες πολλές φορές και η καλύτερη εξ’ αυτών ήταν με τον Mick Jagger», απαντώντας ταυτόχρονα καταφατικά στην ερώτηση της παρουσιάστριας «αν οι δυο άντρες ήταν εκείνη την ώρα γυμνοί», αν και στην αυτοβιογραφία της με τίτλο «Backstage Passes», που εκδόθηκε το 1993, η Angela μπέρδεψε εκ νέου την κατάσταση ισχυριζόμενη ότι «είχα μόλις γυρίσει από ένα ταξίδι στη Νέα Υόρκη και μπαίνοντας στο σπίτι, η υπηρέτρια μου είπε ότι ο Mick κι ο David κοιμούνται μαζί στο υπνοδωμάτιο. Άνοιξα την πόρτα κι όντως κοιμόντουσαν. Τους ρώτησα αν ήθελαν καφέ και μου απάντησαν καταφατικά».



Το παρακάτω τρελό σκηνικό είναι το πιο αληθινό απ’ όλα: όταν ο μπασίστας των Stones, Bill Wyman παντρεύτηκε την 18χρονη Mandy Smith, ο 30χρονος γιος του, Stephen, νυμφεύθηκε την 46χρονη μητέρα της Smith!
 
Η ιστορία πάει ως εξής: η Amanda Louise Smith ήταν μόλις 14 ετών όταν ο, τότε, 47χρονος Wyman την εντόπισε στα παρασκήνια μιας συναυλίας των Stones και την έβαλε στο μάτι. Μετά κόπων και βασάνων, κατάφερε να πάρει τη συγκατάθεση της μητέρας της και να την παντρευτεί το 1988, για να τη χωρίσει τελικά τρία χρόνια μετά, όταν εκείνη ήταν 21 κι εκείνος… στα 55 πατημένα.
Το κερασάκι στην όλη ιστορία αποτέλεσε όμως ο γάμος του γιου του, Stephen με την μητέρα της Mandy το 1992, μετά από έναν κρυφό δεσμό που κρατούσε πάνω από τρία χρόνια. Κουλό, αλλά πέρα για πέρα αληθινό. 
 
Πηγή: cosmo.gr
read more “Οι πιο δημοφιλείς αστικοί μύθοι γύρω απ’ τους Rolling Stones”

Μάνος Χατζιδάκις, Οδός Ονείρων

Ο Μάνος Χατζιδάκις (23 Οκτωβρίου 1925 – 15 Ιουνίου 1994) ήταν ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες μουσικοσυνθέτες. Το έργο του θεωρείται πως συνέδεσε τη λόγια με τη λαϊκή μουσική και περιλαμβάνει δεκάδες ηχογραφήσεις πολλές από τις οποίες αναγνωρίζονται σήμερα ως κλασικές.

Περίοδος 1925 - 1944
Ο Μάνος Χατζιδάκις γεννήθηκε στην Ξάνθη, γιος του δικηγόρου Γεωργίου Χατζιδάκι και της Αλίκης Αρβανιτίδου. Σύμφωνα με τον ίδιο κληρονόμησε από τη μητέρα του «όλους τους γρίφους που από παιδί μ' απασχολούν και μέχρι σήμερα κάνω προσπάθειες να τους λύσω. Χωρίς τους γρίφους της δεν θα 'μουν ποιητής...». Η μουσική του εκπαίδευση ξεκινά σε ηλικία τεσσάρων ετών και περιλαμβάνει μαθήματα πιάνου από την αρμενικής καταγωγής πιανίστρια Αλτουνιάν. Παράλληλα, εξασκείται στο βιολί και το ακορντεόν.

Ο Χατζιδάκις εγκαθίσταται οριστικά στην Αθήνα, με την μητέρα του, το 1932 και έπειτα από το χωρισμό των γονέων του. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1938, ο πατέρας του πεθαίνει σε αεροπορικό δυστύχημα, γεγονός που σε συνδυασμό με την έναρξη του Β' Παγκοσμίου πολέμου επιφέρει μεγάλες οικονομικές δυσχέρειες στην οικογένεια και αναγκάζει τον Χατζιδάκι να εργαστεί από αρκετά νεαρή ηλικία.

Συγχρόνως επεκτείνει τις μουσικές του γνώσεις παρακολουθώντας ανώτερα θεωρητικά μαθήματα με τον Μενέλαο Παλλάντιο, την περίοδο 1940 - 1943, ενώ ξεκινά και σπουδές Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, τις οποίες όμως δεν θα ολοκληρώσει. Την ίδια περίοδο συνδέεται με άλλους καλλιτέχνες και διανοούμενους, μεταξύ των οποίων ο Νίκος Γκάτσος, οι ποιητές Γιώργος Σεφέρης, Οδυσσέας Ελύτης, Άγγελος Σικελιανός και ο ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης

Περίοδος 1945 - 1966
Η πρώτη εμφάνιση του Χατζιδάκι ως συνθέτη πραγματοποιείται το 1944 με τη συμμετοχή του στο έργο Τελευταίος Ασπροκόρακας του Αλέξη Σολωμού, στο Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν. Στη σχολή του Θεάτρου Τέχνης, ο Χατζιδάκις θα παρακολουθήσει και μαθήματα υποκριτικής, αν και τελικά ο ίδιος ο Κουν θα τον αποτρέψει. Η συνεργασία του με το Θέατρο Τέχνης θα διαρκέσει περίπου δεκαπέντε χρόνια και αποφέρει μουσική για σημαντικό αριθμό έργων του σύγχρονου θεάτρου..

Το 1946 καταγράφεται και η πρώτη του εργασία για τον κινηματογράφο, στην ταινία Αδούλωτοι Σκλάβοι και στα επόμενα χρόνια συνθέτει μουσική για πολλές ελληνικές ή ξένες ταινίες. Ειδικά για την μουσική της ταινίας Το ποτάμι (1959) θα κερδίσει το μουσικό βραβείο του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Το 1950 θα αποτελέσει ιδρυτικό στέλεχος και καλλιτεχνικό διευθυντή του Ελληνικού Χοροδράματος της Ραλλούς Μάνου, όπου παρουσιάζει τα τέσσερα μπαλέτα του, Μαρσύας (1950), Έξι Λαϊκές Ζωγραφιές (1951), Το Καταραμένο Φίδι (1951) και Ερημιά (1958).

Παράλληλα με το Ελληνικό Χορόδραμα, η τραγωδός Μαρίκα Κοτοπούλη αναθέτει στον Χατζιδάκι την σύνθεση της μουσικής για τις Χοηφόρες (1950) από την Ορέστεια του Αισχύλου. Το γεγονός αυτό αποτελεί την αρχή της ενασχόλησης του Χατζιδάκι με πολλές αρχαίες τραγωδίες και κωμωδίες, μεταξύ των οποίων η Μήδεια (1956), ο Κύκλωπας (1959), οι Βάκχες (1962), οι Εκκλησιάζουσες (1956), η Λυσιστράτη (1957) και οι Όρνιθες (1959). Την ίδια εποχή, ο Χατζιδάκις συνεργάζεται και με τον Άγγελο Σικελιανό προκειμένου να συνθέσει τη μουσική για την τελευταία του τραγωδία Ιπποκράτης.

Το 1960 του απονέμεται το βραβείο Όσκαρ για το τραγούδι Τα παιδιά του Πειραιά, από την ταινία του Ζυλ Ντασέν Ποτέ την Κυριακή, το οποίο συμπεριλαμβάνεται και στα δέκα εμπορικότερα τραγούδια του 20ού αιώνα. Ο ίδιος ο Χατζιδάκις, θεωρεί πως η ελαφρά μουσική του για τον κινηματογράφο του προσδίδει μια «ανεπιθύμητη λαϊκότητα» την οποία δεν αποδέχεται και φθάνει στο σημείο να αποκηρύξει μεγάλο μέρος της.

Σημαντικός σταθμός στο έργο του Χατζιδάκι για το θέατρο αποτελεί ακόμα η παράσταση Οδός Ονείρων (1962) σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολωμού και πρωταγωνιστή το Δημήτρη Χορν.

Την περίοδο 1963-1966 διευθύνει την «Πειραματική Ορχήστρα Αθηνών» – της οποίας είναι και ιδρυτής -- και στο σύντομο χρονικό διάστημα της λειτουργίας της δίνει 20 συναυλίες με πρώτες παρουσιάσεις δεκαπέντε έργων ελλήνων συνθετών.
Περίοδος 1967 - 1971

Το 1966 ο Μάνος Χατζιδάκις επισκέπτεται την Αμερική προκειμένου να ανεβάσει στο Broadway με τον Ζυλ Ντασέν και την Μελίνα Μερκούρη τη θεατρική διασκευή του Ποτέ την Κυριακή με τον τίτλο Illya Darling. Κατά την παραμονή του στην Αμερική έρχεται σε επαφή με την ποπ και ροκ αμερικανική μουσική σκηνή, γεγονός που έχει σαν αποτέλεσμα την ηχογράφηση του κύκλου τραγουδιών Reflections σε συνεργασία με το συγκρότημα New York Rock and Roll Ensemble. Παράλληλα ξεκινά τη σύνθεση λιμπρέτων για τρία μουσικά έργα (Μεταμορφώσεις, Όπερα για Πέντε, Ντελικανής) ενώ ηχογραφεί και το Χαμόγελο της Τζοκόντας, ένα από τα περισσότερο γνωστά έργα του.

Περίοδος 1972 - 1989
Το 1972, επιστρέφει στην Αθήνα και τον επόμενο χρόνο ιδρύει το μουσικό καφεθέατρο «Πολύτροπο», το οποίο επιδιώκει, σύμφωνα με τον ίδιο, «μια τελετουργική παρουσίαση του τραγουδιού, μ' όλα τα μέσα που μας παρέχει η σύγχρονη θεατρική εμπειρία». Η περίοδος αυτή, μέχρι το τέλος της ζωής του, θεωρείται η περισσότερο ώριμη στην μουσική του σταδιοδρομία και σηματοδοτείται με την ηχογράφηση του Μεγάλου Ερωτικού.

Με το πέρας της στρατιωτικής δικτατορίας διορίζεται «Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής» της Λυρικής Σκηνής για το διάστημα 1975 - 1977 ενώ την περίοδο 1975 - 1982 αναλαμβάνει καθήκοντα Διευθυντή της Κρατικής Ορχήστρας καθώς και Διευθυντή του κρατικού ραδιοσταθμού Τρίτο Πρόγραμμα. Η παρουσία του στο Τρίτο Πρόγραμμα αποτελεί μέχρι σήμερα σημείο αναφοράς και ίσως την ποιοτικότερη περίοδο του ραδιοσταθμού.

Το 1979 ο Χατζιδάκις καθιερώνει τις «Μουσικές Γιορτές» στα Ανώγεια της Κρήτης, που περιλαμβάνουν τοπικούς λαϊκούς χορούς και τραγούδια. Τον επόμενο χρόνο εγκαινιάζει και τον «Μουσικό Αύγουστο» στο Ηράκλειο, ένα καλλιτεχνικό Φεστιβάλ με κύριο στόχο την παρουσίαση νέων ρευμάτων τόσο στη μουσική όσο και στο χορό, τον κινηματογράφο, τη ζωγραφική και το θέατρο. Την περίοδο 1981 - 1982 διοργανώνει επίσης τους «Μουσικούς Αγώνες» στην Κέρκυρα, ένα μουσικό διαγωνισμό για νέους Έλληνες συνθέτες.

Αξιοσημείωτη είναι και η συμμετοχή του στην έκδοση του πολιτιστικού περιοδικού Το Τέταρτο (1985 - 1986), το οποίο καταγράφει τα καλλιτεχνικά και κοινωνικά δρώμενα μέσα από τις πολιτικές τους διαστάσεις. Παράλληλα, συστήνει το 1985, την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρεία «Σείριος», η οποία λειτουργεί μέχρι σήμερα.

Περίοδος 1990 - 1994
Στα τέλη του 1989 ο Χατζιδάκις ιδρύει την «Ορχήστρα των Χρωμάτων» με σκοπό να παρουσιάσει έργα που συνήθως δεν καλύπτονται από τις συμβατικές συμφωνικές ορχήστρες. Ο ίδιος ο Χατζιδάκις διηύθυνε την ορχήστρα μέχρι το τέλος της ζωής του δίνοντας συνολικά είκοσι συναυλίες και δώδεκα ρεσιτάλ ελληνικού και διεθνούς ρεπερτορίου. Το 1991, σε συνεργασία με τον Δήμο Καλαμάτας διοργανώνει επίσης τους «Πρώτους Αγώνες Ελληνικού Τραγουδιού Καλαμάτας».

Πέθανε στις 15 Ιουνίου του 1994 και ετάφη στην Παιανία.







Πηγή: rc-cafe.blogspot.com
read more “Μάνος Χατζιδάκις, Οδός Ονείρων”